Δημήτρης Σιούντας: «Ο αγνός θεατής είναι ο καλύτερος κριτής»

 

Γιάννης Βλαχογιάννης, ο Επαχτίτης, ένας Ναυπάκτιος συγγραφέας που αξίζει να διαβάσουμε!

Στις  12,13 και 19, 20 Μαΐου 2018, το «Θέατρο Χωρίς Αυλαία» παρουσιάζει τη μουσικοθεατρική παράσταση με τίτλο “Γλυκόπικρη Τέχνη”, βασισμένη στο έργο του μεγάλου αυτού δημιουργού “Της Τέχνης τα Φαρμάκια”, στον Πολυχώρο Τέχνης. «Τεχνουργείον» στη Ναύπακτο. Ο Δημήτρης Σιούντας, ο σκηνοθέτης της παράστασης και ο άνθρωπος που έκανε τη διασκευή του κειμένου, μιλά σήμερα στην «Ε» για το έργο, αλλά και για το θέατρο γενικότερα.

Κύριε Σιούντα ο τίτλος του έργου που ανεβάζετε είναι «Γλυκόπικρη Τέχνη». Γενικής φύσεως το πρώτο μας ερώτημα… η τέχνη οφείλει να έχει πάντα αυτό το χαρακτηριστικό του «ναι μεν, αλλά…»;

Η αλήθεια είναι ότι οι καλλιτέχνες εμπνέονται κυρίως από δυσάρεστες, πικρές εμπειρίες. Δε γράφεις εύκολα ένα ποίημα, αν δεν πονάς. Όταν όμως εκφράσεις την πίκρα σου μέσα από την τέχνη, νιώθεις ένα γλυκό συναίσθημα. Άρα, μπορούμε να πούμε ότι η τέχνη έχει, όντως, αυτόν το διττό χαρακτήρα.

Πείτε μας δύο λόγια για το έργο που ανεβάζετε και το πώς αποφασίσατε να δουλέψετε πάνω στην ιδέα αυτή.

Πριν λίγους μήνες συμπληρώθηκαν 150 χρόνια από τη γέννηση του Γ. Βλαχογιάννη. Αυτό το επετειακό γεγονός μας έδωσε μια επιπλέον ώθηση για να μπούμε στην τελική ευθεία  της υλοποίησης ενός σχεδίου που υπήρχε εδώ και χρόνια στο συρτάρι. Η πρώτη μου επαφή με το εν λόγω κείμενο έγινε πριν από 10 περίπου χρόνια, στα πλαίσια μιας μελέτης σε ένα μάθημα στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών. Το γεγονός ότι το κείμενο αυτό διδάσκεται σε ελληνικά, αλλά και σε ξένα πανεπιστήμια, καταδεικνύει – πιστεύω –  τη σημασία και τη μοναδικότητά του. Μοναδικότητα, κυρίως ως προς το θέμα του, που δεν απαντάται σε κανένα άλλο διήγημα του Βλαχογιάννη, αλλά ούτε και κανενός άλλου από τους λογοτέχνες της γενιάς του.

Το έργο αυτό πραγματεύεται κάποια επεισόδια της ζωής ενός καραγκιοζοπαίκτη και κατέχει σημαντική θέση στη βιβλιογραφία όσων ασχολούνται με το καταφρονεμένο, αλλά συγχρόνως τόσο γνήσιο ελληνικό λαϊκό θέατρο σκιών. Αν εξαιρέσουμε λίγα και μικρά σε έκταση δημοσιεύματα στον τύπο της εποχής, που στην πλειοψηφία τους μιλούν απαξιωτικά για το θέατρο σκιών, η νουβέλα του Βλαχογιάννη είναι το πρώτο χρονολογικά κείμενο που ασχολείται με αυτό το θέμα, όντας γραμμένη το 1917 (πριν από ακριβώς 100 χρόνια), αν και δημοσιεύτηκε πολύ αργότερα (το 1943). Αυτή η μοναδικότητα, λοιπόν, είναι που κάνει αυτή τη νουβέλα εμβληματική και δικαιολογεί τη χρήση της ως ντοκουμέντο μιας εποχής κι ενός επαγγέλματος, για το οποίο τόσο λίγα έχουν γραφτεί στον καιρό της πρώτης και μεγαλύτερης ακμής του. Ως εκ τούτου, το έργο παρουσιάζει μεγάλο θεατρολογικό ενδιαφέρον και κάτω από αυτό το πρίσμα ιχνηλατήσαμε την πορεία του από το χαρτί στη σκηνή.

Μας μεταφέρετε σε μία εποχή με πολλές, όπως μας λέτε, ομοιότητες με το σήμερα, παρότι μιλάμε για έναν αιώνα πριν. Ποιες είναι αυτές οι ομοιότητες και γιατί μας είναι χρήσιμες σήμερα;

Τα γεγονότα του έργου διαδραματίζονται στη δεκαετία του 1890 κι αυτό το συμπεραίνουμε από τον κεντρικό ήρωα, τον «διάσημο καραγκιοζοπαίκτη Φούλια», όπως τον ονομάζει ο Βλαχογιάννης, ο οποίος, σύμφωνα με όλους τους μελετητές, δεν είναι άλλος από τον Γ. Ρούλια, που έδρασε εκείνη ακριβώς την εποχή κι έμεινε στην ιστορία ως ο καραγκιοζοπαίκτης που επέβαλε τη φιγούρα του Μπαρμπαγιώργου. Αλλά σε τι μας αφορά σήμερα αυτό το έργο; Η εποχή που μελετάμε έχει πολλά να μας διδάξει. Η δεκαετία του 1890 ξεκινά με την (κατασκευασμένη από τα καρτέλ) σταφιδική κρίση, η οποία θα οδηγήσει τον Χαρ. Τρικούπη την 1η Δεκεμβρίου του 1893 να παραδεχτεί ότι: “δυστυχώς, επτωχεύσαμεν!”. Και σε αυτό το σημείο επεμβαίνουν οι ξένοι δανειστές για να μας σώσουν… Στέλνουν απεσταλμένους στην Αθήνα για να ελέγχουν την οικονομία μας, κάτι πολύ παρόμοιο με τη σημερινή τρόικα… Αν η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται ακριβώς, σίγουρα κάνει κύκλους!

Πόσο εύκολο, ή και επικίνδυνο ακόμα, είναι να δουλέψει κάποιος πάνω σε ένα έργο του Βλαχογιάννη;

Ο Γ. Βλαχογιάννης είναι ένας εξαιρετικός, αν και παραγνωρισμένος συγγραφέας. Και όπως με όλους τους μεγάλους συγγραφείς, έτσι και με αυτόν, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στην προσέγγιση. Δουλέψαμε πολύ πάνω στο έργο κι έτσι μπορέσαμε να αφουγκραστούμε τη λαϊκή ψυχή του. Στη συνέχεια, τα δύσκολα έγιναν εύκολα, αφού νιώσαμε πόσο βαθιά μας “μιλάει” και μας αφορά. Ο ήρωας του Βλαχογιάννη μιλάει για την αξία της τέχνης στους βοηθούς του και συνάμα σε όλους εμάς. Κι από τη στιγμή που αντιληφθήκαμε αυτήν την αξία, δεν είχαμε τίποτα να φοβηθούμε. Αυτός ο λαός ήξερε τότε να αντιμετωπίζει τη φτώχεια και την κοινωνική αδικία μέσα από την παρηγοριά της τέχνης, ενώ σήμερα… κινδυνεύουμε να χάσουμε τα πάντα από έλλειψη προφορικής παράδοσης και συλλογικής δημιουργικότητας. Γι αυτό το λόγο, θεωρούμε υποχρέωσή μας να ξανασκύψουμε πάνω από αυτά τα κείμενα και να τα μεταδώσουμε με τη γλώσσα του θεάτρου.

Στην παρουσίαση του έργου γίνεται λόγος για την ανάγκη να μάθουμε την ιστορία μας. Και εδώ τίθεται το ερώτημα, η ιστορία είναι μία ή ο κάθε ένας μπορεί να έχει τη δική του ανάγνωση πάνω στα γεγονότα της;

Η ιστορία, ως επιστήμη, οφείλει να είναι μία, αφού βασίζεται σε ντοκουμέντα. Οι ερμηνείες της, βέβαια, είναι πολλές. Το κακό είναι ότι αυτοί που μας κυβερνούν στηρίζονται σε ερμηνείες που εξυπηρετούν τα συμφέροντα τους. Γι αυτό θα πρέπει και ο μέσος άνθρωπος να γνωρίζει την ιστορία, για να μπορεί να κρίνει σωστά την εκάστοτε πολιτική κατάσταση.

Ο ρόλος του θεάτρου εκτιμάτε πως θα πρέπει να είναι και εκπαιδευτικός;

Έχει ειπωθεί ότι το θέατρο είναι το σχολείο της δημοκρατίας και το πιστεύω ακράδαντα. Σε απολυταρχικά καθεστώτα δε συναντάμε τέτοιες μορφές έκφρασης. Θεωρώ ότι το θέατρο δε θα πρέπει απλώς να διασκεδάζει, αλλά να ψυχαγωγεί. Και η αγωγή της ψυχής είναι προφανώς παιδευτική διαδικασία.

Πόσο εύκολο είναι να κάνει κάποιος θέατρο στην επαρχία, και πολύ περισσότερο σε μία μικρή πόλη όπως η Ναύπακτος;

Εύκολο δεν είναι, αλλά είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Ο κόσμος διψάει πολύ περισσότερο για θέατρο εδώ. Αν και υπάρχει έλλειψη σε χώρους, ηθοποιούς και το κοινό είναι περιορισμένο, η επαφή με το θεατή είναι πιο άμεση και ουσιαστική. Κι αυτό μας γεννά μεγάλη ικανοποίηση, γιατί μπορούμε και νιώθουμε την τέχνη μας ως λειτούργημα.

Αλήθεια, έχει θεατρική κουλτούρα η περιοχή μας κατά την εκτίμησή σας;

Θεατρική παράδοση δεν υπάρχει στην περιοχή, με την κλασσική έννοια του όρου. Ποιος Ναυπάκτιος όμως δε γνωρίζει και δεν έχει αγαπήσει τον καραγκιόζη; Αυτή η λαϊκή κουλτούρα είναι υπεραρκετή για να βρεθεί το κοινό μήκος κύματος. Ο αγνός θεατής είναι ο καλύτερος κριτής. Πάντοτε μου δίνουν μεγαλύτερη χαρά τα ειλικρινή συγχαρητήρια ενός τέτοιου θεατή, παρά η κριτική ενός καταξιωμένου κριτικού θεάτρου. Γιατί σε αυτό το κοινό απευθυνόμαστε και η πραγματική επικοινωνία μαζί του έχει ανεκτίμητη αξία για μας.

Συντελεστές της παράστασης:

Σκηνοθεσία, διασκευή κειμένου: Δημήτρης Σιούντας

Σκηνογραφία, κινησιολογία: Κωνσταντίνα Αντωνιάδου

Μουσική επιμέλεια: Μάνια Ασημακοπούλου

Φιγούρες: Χρήστος Καλπουζάνης

Φωτισμοί: Παναγιώτης Κερασιάς, Δημήτρης Σιούντας

Παίζουν με αλφαβητική σειρά: Κωνσταντίνα Αντωνιάδου, Μάνια Ασημακοπούλου,  Παναγιώτης Κερασιάς,  Βασιλική Μουχτούρη, Δημήτρης Σιούντας

Ζωντανή μουσική από τους: Γιώργο Τσιλιγιάννη, Μάνια Ασημακοπούλου, Παναγιώτη Κερασιά

Οργάνωση – Παραγωγή: Τεχνουργείον Πολυχώρος Τέχνης , Θέατρο Χωρίς Αυλαία

Φωτογράφιση: Λάμπρος Ξύτσας

Ηλεκτρονική επεξεργασία εντύπων: Κυριάκος Σφακιανάκης

Video-demo παράστασης: Γιώργος Ντάλης

Εφημ.ΕΜΠΡΟΣ Ναυπάκτου



Ακολουθήστε μας σε Google News, Facebook και Instagram και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ γράψτε το σχόλιο σας!
Το όνομα σας ...