Ο Παλιός ο Έπαχτος: Στο Στενοπάζαρο….της οδού μεζεδίων και των εμπόρων !!!!

Ο αείμνηστος  Γ.Βαρδακουλάς στα Ναυπακτιακά του σημειώματα είχε αναφερθεί με τον πιο παραστατικό τρόπο,μέσα από τις δικές του εμπειρίες για το στενοπάζαρο της Ναυπάκτου,γνωστό ως  “Οδός των Μεζεδίων”.

Διαβάστε παρακάτω και ταξιδέψτε δεκαετίες πίσω !!!

Άφησα τελευταία, λόγω ιδιορρυθμίας το “Στενοπάζαρο”, γνωστό παλαιότερα ως “οδό Μεζεδίων”, γιατί οι κρεοπώλες ετοίμαζαν γύρω στις 10 το πρωΐ για κολατσιό των πελατών τους διάφορους μεζέδες, όπως “πατσά στον νταβά”, ολονύχτια ψημένο στο φούρνο, κοκορέτσι, γαρδούμπες, σπληνάντερο το απόγευμα· γι’ αυτό και ήσαν στο δρομάκι αυτό συγκεντρωμένες οι περισσότερες ταβέρνες με τα ονομαστά κρασιά τους, όπου για λίγο το πρωϊνό και περισσότερο το βραδινό, περνούσαν οι λιμενεργάτες και οι φορτωτές την ώρα τους με τα “καρτούτσα” τους, τις αφηγήσεις τους, τα ανέκδοτά τους, τα τραγούδια τους, με πρωτεργάτες πάντα τούς: Δημοσθένη Ρούμπα, Γιώργο Κολονιώτη, πλαισιούμενους από τούς: Κ. Δημοτσάτο, Α/φούς Τίγγερη, τον Μπαρμπα-Γιώργη τον Κατσίκα, τον Κ. Κουγιούφα κ.ά., πότε στην ταβέρνα του Κοντόβλαχου, πότε στού Τσάρα, άλλοτε στού Κοσανδιανού και άλλοτε στού Καρύδα, δίνοντας ένα ιδιαίτερο χρώμα στη ζωή της πόλης τις βραδινές ώρες και γι’ αυτό περιζήτητοι για συντροφιά.

Οι Βιοτέχνες αποτελούνταν από ραφτάδες, υποδηματοποιούς, σιδεράδες με τη μεσαιωνική ιεραρχία κατά την εκμάθηση της τέχνης. Πρώτος ο ιδιοκτήτης και μάστορας, ακολουθούσε ο τεχνίτης και στο τέλος ο μαθητευόμενος “κάλφας”. Ο τελευταίος, μικρό κατά κανόνα παιδί, αν ήταν από χωριό, έμενε στο σπίτι του μάστορα, η οικογένεια του οποίου είχε την ευθύνη, όπως και για τα δικά της παιδιά.

Ο κάθε βιοτέχνης είχε στην πόλη προβολή ανάλογη με την ποιότητα και την τέχνη της εργασίας του, αποτελούσαν δε αξιοσέβαστα μέλη της κοινωνίας μας με την ανάλογη διάκρισή τους στις τελετές, στις οποίες μετείχαν ως σωματειακές οργανώσεις με την ιδιαίτερη κάθε μια σημαία της, με τον προστάτη άγιό της, στη γιορτή του οποίου είχαν αργία, εκκλησιασμό και αργότερα κάποια συνεστίαση με τις οικογένειές τους.

Τα καταστήματα ήσαν ανοιχτά και την Κυριακή το πρωΐ, που γινόταν η “Λαϊκή” παλαιότερα. Γι’ αυτό, έχοντας σχόλη μόνο το απογευματινό της, έκαναν σε μικρές συντροφιές τον περίπατό τους, που κατέληγε προς το βράδυ σε κάποιο καφενείο ή κάποια ταβέρνα, για να το ρίξουν λίγο έξω…….

Η πόλη μας φημιζόταν ακόμη για τους τεχνίτες της, τους οικοδόμους, τους μαραγκούς, τους σιδεράδες και τους ελαιοχρωματιστές· οι οικοδόμοι προέρχονταν κατά κανόνα από τα χωριά της Επαρχίας μας, ειδικευμένοι στο πελέκημα της πέτρας και το χτίσιμο, αποτελούσαν δε στην κάθε οικοδομή μια ομάδα συνεργατών. Θυμάμαι, γιατί το έβλεπα συχνά, το μεσημέρι κάθονταν όλοι γύρω-γύρω, με επικεφαλής τον αρχιμάστορα, και έτρωγαν από το σκεύος παρασκευής του φαγητού, γιατί δεν υπήρχαν πιάτα, καθένας όμως είχε το δικό του πιρούνι και κουτάλι. Κατά την έναρξη της εργασίας θυσιαζόταν ένας “κόκορας”, που προσφερόταν στο σινάφι, ενώ στο τέλος των εργασιών ο ιδιοκτήτης του νέου σπιτιού πρόσφερε ακόμη ψημένο αρνί και κρασί και όλα τα συμπαρομαρτούντα, για να εκφράση την ευχαριστία του.

Η κατηγορία των άλλων τεχνιτών-μαραγκών, σιδεράδων και ελαιοχρωματιστών- αποτελείτο από μόνιμους κατοίκους της πόλης μας, οι οποίοι είχαν καθένας το δικό του εργαστήριο.

Εκείνο που πρέπει ιδιαίτερα να σημειωθή είναι ότι οι πρωτομάστοροι ήσαν σπάνιοι, ιδιαίτερης εκτίμησης στην πόλη μας, που προσπαθούσαν πάντα να παρουσιάσουν ό,τι καλύτερο η τεχνική τους κατάρτιση επέτρεπε· στο όνομά τους προστίθετο πάντα ο τίτλος του μάστορα, όπως μαστρο-Κώστας, μαστρο-Νίκος κλπ. Όταν μάλιστα συνέβαινε να γίνη κάποιο έργο στην πόλη, περνούσαν να το δούν και να το καμαρώσουν οι Επαχτίτες και να συγχαρούν το πρωτομάστορα, για τον οποίο γινόταν πολλές μέρες λόγος…..

 Οι Βιοτέχνες αποτελούνταν από ραφτάδες, υποδηματοποιούς, σιδεράδες με τη μεσαιωνική ιεραρχία κατά την εκμάθηση της τέχνης. Πρώτος ο ιδιοκτήτης και μάστορας, ακολουθούσε ο τεχνίτης και στο τέλος ο μαθητευόμενος “κάλφας”.

Η πολιτιστική ζωή και κίνηση ήταν περιορισμένη σε σχέση με την σημερινή πολυμορφία και δυναμική της. Κάποιο περαστικό θέατρο ή “Καραγκιόζης” ή “Φασουλής”, αποτελούσε για τους κατοίκους μεγάλο γεγονός και οι παραστάσεις μία-δύο, για να εξυπηρετηθή η πόλη, αφού άλλωστε δεν υπήρχε μια ανάλογη αίθουσα. Πολύ σπάνια με πρωτοβουλία των Σχολείων διοργανώνονταν για τους μαθητές ειδικές παραστάσεις, με ανάλογο έργο, συνήθως πατριωτικό. Βέβαια στις 25 Μαρτίου το Δημοτικό Σχολείο είχε πάντοτε την τιμητική του με κάποιο έργο, που ανέβαινε με πρωταγωνιστές τους μαθητές, ενώ τα μαθήματα τελείωναν τον Ιούνιο πάλι με μαθητική παράσταση στον αύλειο χώρο του. Επειδή δεν υπήρχαν καθίσματα, κάθε μαθητής έφερνε από το σπίτι του κάποιο κάθισμ

Η Εκκλησία διοργάνωνε ομιλίες θρησκευτικού περιεχομένου κατά τη διάρκεια του χειμώνα, με ομιλητή συνήθως τον Ιεροκήρυκα της Ιεράς Μητροπόλεως.

Πολύ συχνά, κάποιος διανοούμενος Ναυπάκτιος έκανε κάποια ομιλία με ενδιφέρον θέμα από την Ιστορία ή για κάποιο άλλο πρόβλημα που απασχολούσε την πόλη.

Στην εκδιδόμενη τότε τοπική εφημερίδα “Φωνή” αναγράφονταν όλα τα τρέχοντα προβλήματα και αιτήματα με τις αντίστοιχες ενέργειές τους από τους αρμόδιους τοπικούς φορείς, το Δήμο, τους Επαγγελματικούς Συλλόγους ή και από ομάδες ενδιαφερομένων και κινουμένων σχετικά πολιτών, όπως επίσης ακροστοιχίδες “βαλαντωμένων” νεαρών και “σιλουέττες” κοριτσιών, που έπρεπε να κουραστής πολύ να βρής την άκρη, όπως ήσαν γραμμένες…. και το πολυθρύλητο σε συνέχειες μυθιστόρημα “Συγχώρα με” του αείμνηστου Διευθυντή της εφημερίδας, το οποίο λόγω του πολέμου και της Κατοχής δεν ευδόκησε να ολοκληρωθή.

Ακόμη είχαν συσταθεί δύο πολιτιστικοί Σύλλογοι: “Η Φιλόπτωχος Αδελφότητα”, που διοργάνωνε κατά την εορτή της Αγίας Παρασκευής χορό σε κέντρο της Ψανής, με πρωτεργάτη πάντα τον Παμίκο Χρόνη, ο οποίος το πρωΐ πρωτοστατούσε στην Έκθεση Κεντημάτων, από την διάθεση των οποίων αποκτούσε έσοδα η Αδελφότητα για τον κοινωφελή σκοπό της. Ο άλλος ήταν της “Νεολαίας” της πόλης μας, που διοργάνωνε που και που ομιλίες και τον Αποκριάτικο χορό του χειμώνα, βοηθούμενος πολύ από την εκδιδόμενη από τον Θανάση Δράκο εφημερίδα “Φωνή”, από το αρχείο της οποίας, στην Παπαχαραλάμπειο Βιβλιοθήκη, μπορεί ν’ αντλήση κανείς διάφορες πληροφορίες για την δράση του Συλλόγου αυτού.

Βέβαια, δεν έλειπαν οι φιλολογικές συγκεντρώσεις στα σπίτια, με την απαγγελία ποιημάτων και ανακοινώσεις για κάποιο ωραίο βιβλίο, που εκδόθηκε και για το οποίο ο εισηγητής έκανε σχετική ανακοίνωση, χωρίς φυσικά οι εκδηλώσεις αυτές να έχουν κάποιον επίσημο χαρακτήρα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο γινόταν τότε πληροφόρηση για την πνευματική ζωή της χώρας μας. Να μην ξεχάσω τα “Λευκώματα”, χοντρά τετράδια, που στις επίκαιρες ερωτήσεις τους απαντούσε καθένας με ένα μικρό κείμενό του ή και αυτοσχέδιο σχετικό ποιηματάκι.

Γεγονός επίσης για την πόλη ήταν η διοργανούμενη ετήσια εκδρομή του Συλλόγου “τών εν Αθήναις και Πειραιεί Ναυπακτίων” το καλοκαίρι, οι οποίοι ταξίδευαν με τα πλοία της ακτοπλοΐας μέσω Πειραιά. Έτσι επιβίωναν οι δεσμοί με την γενέτειρα, ανακινείτο το ενδιαφέρον των ξενιτεμένων για τα προβλήματα της Επαρχίας μας και επιβίωναν και καλλιεργούνταν οι διανθρώπινες σχέσεις. Τελούνταν την Κυριακή το πρωΐ Λειτουργία και το βράδυ ακολουθούσε χορός στα κέντρα της Ψανής.

Κείμενο: Γιάννης Βαρδακουλάς



Ακολουθήστε μας σε Google News, Facebook και Instagram και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ γράψτε το σχόλιο σας!
Το όνομα σας ...