Το παζάρι της Ναυπάκτου…

Του Γιάννη Χαλάτση

Η σύμπτωση της Εμποροπανήγυρης με τη γιορτή του πολιούχου της πόλης μας δεν είναι τυχαία. Η γιορτή του Αγίου Δημητρίου σηματοδοτεί ουσιαστικά την έναρξη της χειμερινής περιόδου και την έναρξη των καλλιεργειών για τη νέα γεωργική περίοδο που ακολουθεί. Η εποχή λοιπόν προσφέρεται τόσο την πώληση των προϊόντων της υπάρχουσας παραγωγής όσο και την προμήθεια των αναγκαίων για την προετοιμασία της επόμενης προσπάθειας. Αν σε αυτά προσθέσουμε και την έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου για ψυχαγωγία μπορούμε να κατανοήσουμε την καθιέρωση και τη διατήρηση του θεσμού της Εμποροπανήγυρης του Αγίου Δημητρίου στη Ναύπακτο.
Με άλλα λόγια το θρησκευτικό στοιχείο είναι η αφετηρία και το οικονομικό η ευκαιρία και η δυνατότητα των εξωτερικεύσεων του όλου λαϊκού πολιτιστικού βίου της περιοχής μας.
Ο εμπορικός χαρακτήρας του πανηγυριού προσαρμόζεται στα κοινωνικά στερεότυπα κάθε εποχής και στις οικονομικές δυνατότητες των κατοίκων της περιοχής. Η αγοραπωλησία ζώων (ζωοπανήγυρης) για παράδειγμα κάποτε ήταν η σημαντικότερη δραστηριότητα. Σήμερα έχει εκλείψει. Τα προϊόντα της οικοτεχνίας επίσης έχουν αντικατασταθεί από αντίστοιχα βιομηχανικά. Παρά ταύτα ο εμπορικός χαρακτήρας του πανηγυριού παραμένει υψηλός και δίνει την ευκαιρία προβολής τοπικών προϊόντων.
Για τους μεγάλους είναι μία ευκαιρία για αγορές και «παζαρέματα» και για τους μικρούς μια βόλτα σε πολύβουους διαδρόμους και στο διπλανό Λούνα Παρκ, ενώ οι ταβέρνες και τα μαγαζιά με τις ψητές γουρουνοπούλες αποτελούν παραδοσιακές στάσεις για καλοφαγάδες.

Τέλος, στις παρακάτω γραμμές παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα από το διήγημα του Επαχτίτη Γιάννη Βλαχογιάννη με τίτλο «Τα κουδούνια». Δίνει με το δικό του τρόπο ζωντανές εικόνες της εποχής του:
«στην άκρη της χώρας, έρριζα στα πρώτα, εκεί στη βαθουλή τη λάκκα με τα βρυσόνερα και τα πλατάνια γίνεται το μεγάλο, το πολυσύχναστο βλαχοπανηγύρι. Κι ο κόσμος τρέχει πρόθυμος απ’ όλα τα μέρη, κι από τα γύρω τα γειτονικά, κι απάνου απ’ τα ψηλά βουνά, κι αντίπερα απ’ το ποτάμι, κι από την άλλη τη μεριά του κόρφου (του κόλπου), απ’ τα μέρη του Μοριά … Που έρχονται άλλοι θέλοντας να πουλήσουν, κι άλλοι ν’ αγοράσουν του βλάχικου αργαλειού τ’ αποδοσίδια και τ’ άλλα τα καλά της στάνης και του χωριού, αντάμα κι όσα από τη χώρα ψώνια χρήσιμα στο χωριό και στον τσοπάνο. Εκεί, στ’ αλώνι το βαθουλό (περιοχή του Κεφαλόβρυσου) απλώνουνε μέσα σε καλύβια από ψαθί πλεγμένα κι από παπύρι, είτε κι ολότελα στ’ ανοιχτά, τις διάφορες πραμάτειες τους οι πουλητάδες. Κι αρχίζουν τότε με φωνές μεγάλες να καλούν τον κόσμο, που πάει κι έρχεται και βουίζει σαν το μελίσσι … κι ένας ακοίμητος αχός γεμίζει τον αγέρα…».



Ακολουθήστε μας σε Google News, Facebook και Instagram και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ γράψτε το σχόλιο σας!
Το όνομα σας ...