Γιατί λέμε ψέματα;

Γιατί λέμε ψέματα;
Τουλάχιστον 14 την εβδομάδα – κατά μέσον όρο, δηλαδή.

Άλλα είναι μικρά και «κατά συνθήκην» και άλλα υποκρύπτουν κάτι πολύ σοβαρότερο, από την αληθινή εξαπάτηση με δόλιους σκοπούς έως την απιστία.

Τα ψέματα φαίνεται πως είναι στο αίμα μας και το να λέμε την αλήθεια, μάλλον συνειδητή επιλογή.

Του λόγου το αληθές αποδεικνύουν η μία μελέτη μετά την άλλη, που δείχνουν ότι σε κάθε έκφανση της ζωής μας το ψέμα το έχουμε πρόχειρο στην άκρη της γλώσσας ή και των… δακτύλων μας.

Πέρυσι, λ.χ., διεξήχθη στη Βρετανία μία δημοσκόπηση μεταξύ 2.000 χρηστών ιστοσελίδων μαζικής δικτύωσης, η οποία έδειξε πως ο ένας στους οκτώ συστηματικά επινοούν όσα αναρτούν στο Facebook και στο Twitter, για να «κερδίζουν πόντους».

Οι περισσότεροι από αυτούς είπαν πως θεωρούν την αληθινή τους ζωή πολύ βαρετή και έτσι υπερβάλλουν και γράφουν ψέματα για να φαίνονται πιο ενδιαφέροντες και να προσελκύουν «φίλους» και «ακολούθους».

Σχεδόν οι τέσσερις στους δέκα (το 39%) ισχυρίσθηκαν ότι η ανειλικρίνειά τους οφείλεται στις πιέσεις που δέχονται από φίλους και συναδέλφους να περνάνε καλά ή να μην φαίνονται ανιαροί όταν ποστάρουν, ενώ το 29% παραδέχτηκαν ότι η σελίδα τους θα ήταν πολύ ανιαρή, εάν δεν είχαν «ρετουσάρει» τις αναρτήσεις τους.

Κλασικά παραδείγματα ανειλικρίνειας είναι να ισχυρίζονται ότι ακόμα δουλεύουν σκληρά πάνω σε ένα «σημαντικό project» τη στιγμή που βρίσκονται καθ’ οδόν για το σπίτι, να παριστάνουν ότι διευρύνουν το πνεύμα τους σε γκαλερί και μουσεία που δεν ξέρουν καν που βρίσκονται, να αναρτούν φωτογραφίες από ακριβά εστιατόρια στα οποία όμως δεν έχουν πατήσει ποτέ, και να αναρτούν ως δικά τους τα ανέκδοτα και τα τραγούδια άλλων χρηστών.

Το 2010, μία άλλη βρετανική δημοσκόπηση που διεξήχθη σε 3.000 εθελοντές αποκάλυψε ότι οι άντρες λένε κάθε χρόνο 1.092 ψέματα (σχεδόν 3 την ημέρα) και οι γυναίκες 728 (ή κάτι λιγότερο από 2 την ημέρα).

Το 75% ανδρών και γυναικών είπαν πως είναι θεμιτό να πει κάποιος ψέματα εάν είναι να μην πληγώσει τα συναισθήματα του απέναντί του, ενώ το 84% δήλωσαν πως υπάρχουν «αποδεκτά ψέματα».

Μάλιστα για περισσότερους από έναν στους δέκα, τα ψέματα είναι «απαραίτητα» στον χώρο εργασίας, ενώ οι δύο στους δέκα λένε ψέματα στη μητέρα τους και το 10% στον/στην σύντροφό του.

Το 2002, εξάλλου, δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Journal of Basic and Applied Psychology» (JBAP) αμερικανική μελέτη που αποκάλυψε ότι οι έξι στους δέκα ενήλικες δεν μπορούν καν να κάνουν μία δεκάλεπτη συζήτηση με έναν άγνωστο δίχως να πουν ανακρίβειες, καθώς και ότι στη διάρκεια αυτού του 10λεπτου λένε ψέματα 2,92 φορές κατά μέσον όρο.

Στη μελέτη αυτή οι ερευνητές παρακολουθούσαν και κατέγραφαν την συζήτηση των εθελοντών τους με τους αγνώστους και μετά ζήτησαν από τους εθελοντές να δουν το βίντεο και να επισημάνουν οι ίδιοι τις ανακρίβειες που είχαν πει.

Άλλη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Journal of Personality and Social Psychology», κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κατά μέσον όρο λέμε καθημερινά ψέματα σε μία στις πέντε κοινωνικές επαφές (εντός και εκτός σπιτιού) που έχουμε.

Κοινός παρανομαστής η αυτοεκτίμηση

Το θέμα της ανειλικρίνειας αποτελεί αντικείμενο επισταμένων μελετών εδώ και δεκαετίες, καθώς οι επιστήμονες προσπαθούν να καταλάβουν γιατί λέμε τόσα ψέματα.

Ως φαίνεται, το κάνουμε για αναρίθμητους λόγους – από την επιθυμία μας να κερδίσουμε κάτι έως την προσπάθειά μας να προστατεύσουμε αυτούς που αγαπάμε.

Η ικανότητά μας να εξαπατούμε μοιάζει ατέλειωτη και συχνά-πυκνά λέμε ψέματα στον ίδιο μας τον εαυτό (αν δεν το πιστεύετε, σκεφθείτε πόσες φορές έχετε πει «εντάξει, λίγο έφαγα» όταν στην πραγματικότητα έχετε φάει τον… άμπακο).

Κοινός παρανομαστής στα περισσότερα από τα ψέματα που λέμε είναι η αυτοεκτίμηση, κατά τον ειδικό σε θέματα ανειλικρίνειας δρα Ρόμπερτ Φέλντμαν, καθηγητή Ψυχολογίας και πρύτανη του Κολεγίου Κοινωνικών & Συμπεριφορικών Επιστημών (SBS) του Πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης, ο οποίος ήταν επικεφαλής της μελέτης του JBAP.

«Οι μελέτες μας δείχνουν ότι μόλις αισθανθεί κάποιος ότι απειλείται η αυτοεκτίμησή του, σχεδόν ενστικτωδώς αρχίζει να λέει ψέματα», λέει.

«Ως φαίνεται, όταν λέμε ψέματα που αφορούν (και) τον εαυτό μας, ο κύριος σκοπός δεν είναι να εντυπωσιάσουμε τους άλλους, αλλά υποσυνείδητα καταφεύγουμε σε αυτά για να συντηρήσουμε την εικόνα του εαυτού μας έτσι όπως θα θέλαμε να είναι.

Εγγενώς θέλουμε να είμαστε αρεστοί, κοινωνικώς αποδεκτοί και να αποφεύγουμε να προσβάλλουμε τους άλλους».

Οι μελέτες του δρος Φέλντμαν έχουν επίσης δείξει ότι οι εξωστρεφείς άνθρωποι λένε περισσότερα ψέματα από τους εσωστρεφείς, καθώς και ότι οι άντρες έχουν ισχυρότερη τάση από τις γυναίκες να λένε ψέματα για να φανούν καλύτεροι απ’ ό,τι στην πραγματικότητα είναι.

Οι γυναίκες, από την πλευρά τους, φαίνεται ότι λένε πιο συχνά απ’ ό,τι οι άντρες ψέματα με αποκλειστικό σκοπό να προστατέψουν κάποιον άλλο.

Η διαφύλαξη της αυτοεκτίμησης φαίνεται ότι είναι η κινητήρια δύναμη και για τα περισσότερα ψέματα στο γραφείο, σύμφωνα με μελέτες της δρος Τζένιφερ Άργκο, καθηγήτριας Μάρκετινγκ στο Πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα, στον Καναδά.

Όπως έχει ανακαλύψει, είμαστε πιο πρόθυμοι να πούμε ψέματα στους συναδέλφους μας απ’ ό,τι σε αγνώστους, ίσως διότι θέλουμε να φαινόμαστε καλοί και ταυτοχρόνως να διατηρούμε αλώβητη την αυτοαξία μας.

Μάλιστα σε κάποιες από αυτές τις μελέτες, στις οποίες συμμετείχαν και επιστήμονες από τα πανεπιστήμια του Κάλγκαρυ και της Βρετανικής Κολομβίας, οιεθελοντές δεν δίσταζαν να πούμε ψέματα ακόμα και για ασήμαντα θέματα, όπως το αν αγόρασαν ένα καινούργιο αυτοκίνητο 100 ή 150 ευρώ πιο φτηνά απ’ ό,τι οι συνάδελφοί τους.

ΖΩΗ ΚΑΙ ΣΤΥΛ



Ακολουθήστε μας σε Google News, Facebook και Instagram και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ γράψτε το σχόλιο σας!
Το όνομα σας ...