Οι ερευνητές θεωρούσαν αναμενόμενο ένας έφηβος να ανταποκρίνεται στα παραπάνω πρότυπα όταν η μητέρα αντιμετωπίζει κατάθλιψη, καθώς στην περίπτωση αυτή δεν χαίρει της απαραίτητης υποστήριξης και επίβλεψης σε μια τόσο ευαίσθητη περίοδο της ζωής του.
Ωστόσο, αυτό που δεν περίμεναν ήταν ότι ο αντίκτυπος της κατάθλιψης για το παιδί να αποδεικνύεται ισχυρότερος εάν η μητέρα αντιμετωπίζει την ψυχική νόσο όταν το παιδί είναι 6 έως 10 ετών. Σημειώνουν πως στην ηλικία αυτή που το παιδί διαμορφώνει το χαρακτήρα και τη συμπεριφορά του, οι εξωτερικές επιδράσεις από τους συνομηλίκους είναι εντονότερες κι έτσι η καθοδήγηση από τους γονείς κρίνεται καίρια.
Εάν λοιπόν τα παιδιά δεν λαμβάνουν ανταπόκριση από τη μητέρα για τη συμπεριφορά τους, είναι πιο πιθανό να δεχτεί πλήγμα η αυτοεκτίμησή τους και κατ’ επέκταση να ρέπουν προς τις παραβατικές συμπεριφορές και τις καταχρήσεις όσο προχωρούν προς την εφηβεία, για παράδειγμα να καπνίζουν μαριχουάνα, να κάνουν κατάχρηση αλκοόλ, να έχουν στην κατοχή τους περίστροφο, να έχουν κλέψει, να έχουν κατηγορηθεί για βανδαλισμό, να έχουν κάνει διακίνηση ναρκωτικών ή να έχουν εμπλακεί σε καβγάδες.
Οι ερευνητές σε καμία περίπτωση δεν στοχοποιούν τις μητέρες ως υπαίτιες της συμπεριφοράς των παιδιών, θέλησαν όμως να τονίσουν πως η ελλιπής επίβλεψη και υποστήριξη που μπορεί να συνοδεύει την κατάθλιψη από την πλευρά της μητέρας ίσως διευκολύνει το παιδί να κλίνει προς την κατεύθυνση αυτή.