Ο ίδιος ο Ανδρέας Μπάρκουλης στη βιογραφία του αν και περιγράφει με λεπτομέρειες την θυελλώδη αυτή σχέση, ωστόσο δεν θέλει να αποκαλύψει το όνομά της: «Την έσπαγα στο ξύλο καθημερινά, κάτι που δεν είχα ξανακάνει σε άλλη γυναίκα. Είχε δικό της κρεβάτι στον Ερυθρό Σταυρό, πότε με σπασμένο χέρι και πότε με σπασμένο κεφάλι. Ερχόταν μπαταρισμένη και έβριζε μέχρι και τον πατέρα μου. Τελικά, τις ξαναέτρωγε».
Οι δυο μεγάλοι ηθοποιοί φλέρταραν στα μέσα της δεκαετίας του ’60, σε μια ταινία όπου έπαιζαν μαζί, και το φλερτ αυτό εξελίχθηκε σε έναν παράφορο και θυελλώδη έρωτα που κράτησε τρία ολόκληρα χρόνια παρά την βία και τα πολλά προβλήματα.
Εκείνη έκανε μεγάλη υπομονή, παραδεχόμενη τον έρωτά της που την είχε τυφλώσει, και δεν ήθελε να χωρίσουν. Είχε γνωριστεί και με τους γονείς του ηθοποιού που την αγαπούσαν σαν δικό τους παιδί. Όμως και η υπομονή έχει τα όριά της. Όταν η ηθοποιός είδε ότι αυτή η κατάσταση δεν μπορούσε πλέον να συνεχιστεί, έπειτα από έναν μεγάλο καβγά, τον έδιωξε από το σπίτι κι έτσι γράφτηκε το τέλος του έρωτά τους.