“Ώρες” με τον Βασίλη Τσαμπρόπουλο και τη Νεκταρία Καραντζή τη Μ. Δευτέρα στο Μέγαρο Μουσικής

Το Ραδιόφωνο της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι χορηγός επικοινωνίας σε μία ξεχωριστή καλλιτεχνική συνάντηση, που θα παρουσιαστεί το βράδυ της Μεγάλης Δευτέρας στο Μέγαρο Μουσικής.

Ο διεθνούς φήμης έλληνας πιανίστας, μαέστρος και συνθέτης Βασίλης Τσαμπρόπουλος, ένας από τους κορυφαίους ευρωπαίους πιανίστες της γενιάς του, συνεργάζεται για πρώτη φορά με την καταξιωμένη ερμηνεύτρια της βυζαντινής και παραδοσιακής μουσικής Νεκταρία Καραντζή.

Με άξονα το δίδυμο “πιάνο – φωνή”, οι δύο καλλιτέχνες παρουσιάζουν ένα πρόγραμμα, εναρμονισμένο στο κλίμα των ημερών της Μεγάλης Εβδομάδας, στο οποίο οι απόηχοι της κλασικής μουσικής συναντούν τη λιτή και μακριά από περιττές τεχνοτροπίες βυζαντινή μουσική έκφραση. Βυζαντινοί ύμνοι σε αυθεντικές ερμηνείες, θρήνοι της Μεγάλης Παρασκευής και ψαλτοτράγουδα σε συνδυασμό με εμπνευσμένες από τη θεία υμνωδία συνθέσεις του Β. Τσαμπρόπουλου, θα κατακλύσουν το χώρο της αίθουσας Μητρόπουλου του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, επιδιώκοντας να αναδείξουν το κατανυκτικό και προσευχητικό κλίμα των ημερών.
Ενόψει αυτού του ευρηματικού διαλόγου επί σκηνής συναντήσαμε την Νεκταρία Καραντζή, μία ιδιαίτερη περίπτωση γυναίκας ψάλτριας διεθνώς, που κινείται με άνεση στις βυζαντινές κλίμακες, έχοντας ένα σπάνιο ηχόχρωμα που ισορροπεί μεταξύ του δυτικού κόσμου και των ήχων της Ανατολής.

Γιώργος Μυλωνάς: Θα ήθελα να ξεκινήσουμε την κουβέντα μας με ένα σχόλιο του Λεωνίδα Καβάκου από συνέντευξη που παραχώρησε μόλις πρόσφατα. Είπε, λοιπόν, ο διάσημος βιολονίστας ότι «ο πλούτος που κρύβει το δημοτικό τραγούδι θυσιάστηκε στον βωμό του λαϊκισμού και της ασχήμιας όπου χτίστηκε η σημερινή Ελλάδα». Πώς το σχολιάζετε;

Νεκταρία Καραντζή: Θα συμφωνήσω, αλλά με την εξής επιφύλαξη: ο πλούτος του δημοτικού τραγουδιού, όπως και κάθε αληθινός πλούτος, που δεν σχετίζεται με ό, τι ορίζουμε καταχρηστικά ως πλούτο, στην πραγματικότητα δεν μπορεί να πληγεί και να θυσιαστεί ποτέ. Έστω και αν ισχύει η διαπίστωση του “λαϊκισμού” και της “ασχήμιας”, το εξ ορισμού “λαϊκό” και η “ομορφιά” παραμένουν αναλλοίωτα. Πιθανώς δυσδιάκριτα στα μάτια κάποιων γενεών. Ναι! Μα αναλλοίωτα. Η πίστη μου είναι πως οτιδήποτε αποτελεί απόσταγμα του βίου, της σκέψης, των συναισθημάτων και του πολιτισμού των ανθρώπων, στο πέρασμα της Ιστορίας, βρίσκεται σε σφαίρα απυρόβλητου από τις εκάστοτε σπασμωδικές καταστροφές μας. Τα λάθη των πολιτιστικών εν προκειμένω επιλογών κάθε γενιάς, που μοιάζουν να έχουν πλήξει τη δημοτική μουσική, θυμίζουν εφηβικά ξεσπάσματα μπροστά στη διάρκεια και την αξία της Παράδοσης.

Γ.Μ. Μαθητεύσατε καλλιτεχνικά στη βυζαντινή μουσική, μάλιστα ως παιδί εμφανιστήκατε στη δισκογραφία, στην ηλικία των 14 χρόνων. Είναι κάτι που δε συνηθίζεται. Υπάρχει έλλειμμα μουσικής παιδείας στο ελληνικό σχολείο; Ποια βήματα πιστεύετε ότι μπορεί να κάνει η Διοικούσα Εκκλησία σ’ αυτήν την κατεύθυνση;

Ν.Κ. Σχολείο και Εκκλησία μπορούν σίγουρα να διαδραματίσουν πολύ σημαντικό ρόλο, αλλά όχι μεγαλύτερο από αυτόν της Οικογένειας. Όλα ξεκινούν από εκεί… Από την κοιλιά.

Ως προς την Εκπαίδευση, έγιναν βέβαια κάποια βήματα, τα τελευταία χρόνια, με την ίδρυση και λειτουργία των Μουσικών Σχολείων. Υπάρχουν όμως ασφαλώς αρκετές ακόμα ελλείψεις, και ειδικά ως προς τη σημασία που δίδεται στην μουσική παιδεία στα δημόσια σχολεία.

Κάποτε η μουσική υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι της βασικής παιδείας. Όχι τυχαία. Ο μουσικός, στην ουσία του είναι -ή έστω πρέπει να είναι- πριν απ’ όλα ερευνητής. Αυτή άλλωστε είναι και η γλωσσική καταγωγή του. Το μικρό αυτό ρήμα, από το οποίο έλκουν την καταγωγή τους οι “Μούσες” ως γλωσσικοί πρόγονοι της “Μουσικής” -το ρήμα “Μω”- σημαίνει εξευρευνώ. Αυτό είναι στην ουσία του ο μουσικός! Είναι τρόπος ζωής! Μαθαίνεις να ανακαλύπτεις το άγνωστο, το απερίγραπτο, το δυσνόητο για την ανθρώπινη λογική συναίσθημα της δημιουργίας αυτού που δεν “αγγίζεται”, αυτού που δεν περιγράφεται με λόγια: της μελωδίας. Η μουσική είναι δρόμος που μπορεί να σε οδηγήσει στον Θεό.

Η επίσημη Εκκλησία, όπως και το ελληνικό Κράτος, έχοντας στα χέρια της αυτόν τον υπερπολύτιμο, θεόσταλτο, κυριολεκτικά, θησαυρό της βυζαντινής μουσικής τέχνης, έπρεπε να δώσει πολύ περισσότερη σημασία στη διάδοσή του και κυρίως στην αληθινή σημασία του. Είναι καλές οι Σχολές, καλοί οι Δάσκαλοι, καλές οι Χορωδίες και οι εμφανίσεις, εξαιρετικά καλή η προετοιμασία καινούριων γενεών κατηρτισμένων ψαλτάδων για τα αναλόγιά μας, αλλά αυτή η Τέχνη δεν εξαντλείται στους τύπους και τα διπλώματα, ούτε στην κάλυψη ψυχαγωγικών εκδηλώσεων των πνευματικών κέντρων. Δεν είμαι ο άνθρωπος που θα υποδείξει τι είναι το σωστό, αλλά ειλικρινά, θα προτιμούσα το πιο σημαντικό μάθημα που θα μπορούσε η Εκκλησία να προτρέπει να δίδεται στους σπουδαστές της βυζαντινής μουσικής, να είναι όχι τόσο μέσα από το “νη, πα, βου…” αλλά μέσα από τα λόγια των Αγίων που μιλούν για την Τέχνη αυτή. Να γίνει κατανοητό πως η Βυζαντινή Μουσική πριν από Τέχνη είναι Προσευχή. Πριν από πεδίο μουσικών αξιώσεων, είναι “Στάδιο Αρετών”.

Γ.Μ. Γνωστή από την πολυετή συνεργασία σας με τον Χρόνη Αηδονίδη, παρουσιάζετε τώρα ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον εγχείρημα με τον Βασίλη Τσαμπρόπουλο, έναν μουσικό που έχει διαφορετικές μουσικές καταβολές κι έχει χαρακτηριστεί ως έλληνας Τζάρετ για τους αυτοσχεδιασμούς του στο πιάνο. Υπάρχουν, πιστεύετε, «προϋποθέσεις» για τον θεατή να οδηγηθεί σε μια βαθύτερη επικοινωνία με το Θεό μέσα από την συναυλία αυτή;

Ν.Κ. Ο Χρόνης Αηδονίδης είναι ο Δάσκαλος που με έμαθε να αγαπώ και να σέβομαι το παραδοσιακό τραγούδι και να βιώνω την αξία της Παράδοσης. Η μαθητεία κοντά του και, στη συνέχεια, η συνεργασία αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές μου κληρονομιές, μαζί με εκείνη του μακαριστού Γέροντα Πορφυρίου του καυσοκαλυβίτη, πλάι στον οποίο μου επετράπη να ψάλλω ως παιδί. Το να αναφέρω ότι είμαι μαθήτρια αυτής της θρυλικής φωνής της Παράδοσης, είναι τίτλος τιμής. Μετά από έναν πολύ μεγάλο κύκλο δισκογραφίας, συναυλιών, εμφανίσεων μαζί με τον Δάσκαλό μου, αποφάσισα, και με δική του προτροπή, να τολμήσω κάποια προσωπικά μουσικά εγχειρήματα, εφαρμόζοντας τις συμβουλές του.

Ο Βασίλης Τσαμπρόπουλος δεν είναι απλώς ένας “γητευτής των πλήκτρων”, ένας κορυφαίος μαέστρος, ένας εμπνευσμένος συνθέτης, ένας άριστος μουσικός, με όλη τη σημασία της λέξης, αλλά ένας μουσικός και μία προσωπικότητα που λαμπρύνει με την παρουσία και το ταλέντο του την εικόνα της χώρας μας διεθνώς. Έχει την ικανότητα να κινείται με απίστευτη άνεση, από τον χώρο της κλασικής έως την τζαζ, αλλά και έως τη βυζαντινή μουσική τέχνη και το αναλόγιο. Λίγοι γνωρίζουν τις σπουδές του στη βυζαντινή μουσική και τη θητεία του στο ψαλτήρι, από μικρό παιδί, πλάι σε μεγάλους δασκάλους, όπως ο Φώτης Κετσετζής και ο Θεόδωρος Βασιλικός. Έχει χτίσει, όλα αυτά τα χρόνια, μία διεθνή καριέρα, με τεράστια απήχηση και είναι ο πρώτος, στον χώρο του, που μέσα από το έργο του “Akroasis”, με την κορυφαία γερμανική εταιρεία ECM, μετέφερε τον ήχο των ύμνων σε ολόκληρο τον κόσμο, μέσα από μια ευφυέστατη απόδοση στο πιάνο, που καταφέρνει να καλύπτει τα κενά και τα χάσματα των διαφορετικών μουσικών δρόμων.

Η συναυλία “ΩΡΕΣ” που παρουσιάζουμε τη Μεγάλη Δευτέρα το βράδυ, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, έχει ως σκοπό να φέρει σε επαφή τα δύο διαφορετικά μουσικά ύφη, της Δύσης και της Ανατολής, και να τα οδηγήσει σε διάλογο επί σκηνής. Το πρόγραμμα θα περιέχει τόσο αυθεντικούς βυζαντινούς ύμνους, ψαλτοτράγουδα της Παράδοσης και Θρήνους, όσο συνθέσεις του Βασίλη Τσαμπρόπουλου σε ύμνους του Δαβίδ και δεξιοτεχνικές ερμηνείες του σε κλασικά κομμάτια της Δύσης, εμπνευσμένα από το κλίμα των ημερών.
Ποτέ μία συναυλία, όσο εξαιρετική και αν είναι, δεν είναι δυνατό να αντικαταστήσει την ατμόσφαιρα του Ιερού Ναού. Ωστόσο, ο Θεός συχνά βρίσκει τρόπο να μιλήσει στις καρδιές των ανθρώπων, από διάφορα μέρη και με διάφορες αφορμές. Αν έστω και σε έναν ακροατή γεννηθεί, τη βραδιά εκείνη, η επιθυμία για μια βαθύτερη επικοινωνία με τον Θεό, θα νιώσουμε αληθινή ικανοποίηση και χαρά.

Γ.Μ. Στους ναούς των Ρωμαιοκαθολικών συνηθίζεται να εκτελούν ορατόρια και θρησκευτικές καντάτες. Η συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής, που είναι στο πνεύμα των ημερών, θεωρείτε ότι θα μπορούσε να δοθεί μέσα σε ναό χωρίς να χάσει τον θρησκευτικό της χαρακτήρα;

Ν.Κ. Ασφαλώς και θα μπορούσε, γιατί θεμελιώνεται στη βυζαντινή εκκλησιαστική τέχνη. Αυτή θα αποτελέσει τον Θρόνο, ενώπιον του οποίου θα αποκαλύψει τον σεβασμό της, μέσα από την προσέγγιση του Βασίλη Τσαμπρόπουλου, η δυτική Μουσική. Γενικώς οι συναυλίες μέσα στο Ναό δεν είναι παρά μία παραχώρηση. Γίνονται κατ’ οικονομίαν. Αυτό καλό θα είναι να το θυμόμαστε πάντα, κάθε φορά που η διάκριση των πνευματικών μας πατέρων, μας επιτρέπει να μεταφέρουμε το αναλόγιο στο σολέα.

Γ.Μ. Η κρίση που βιώνουμε έχει αναδείξει με ένταση και ζητήματα πολιτιστικής ταυτότητας του τόπου. Στο παρελθόν, για να θυμηθώ το παράδειγμα του Λυκούργου Αγγελόπουλου με τον Marcel Peres, έχει γίνει προσπάθεια ν’ αναδειχθεί η φυσιογνωμία της Βυζαντινής μουσικής και ως αναπόσπαστο κομμάτι του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Στο εγχείρημα που ετοιμάζετε με τον Βασίλη Τσαμπρόπουλο, πιστεύετε ότι φαίνεται αυτό;

Ν.Κ. Η “κρίση” είναι καιρός να γίνει αφορμή ουσιαστικής κρίσης. Ευκαιρία να κρίνουμε τι αξίζει και τι όχι. Είναι καλή και γόνιμη περίοδος κατά βάθος.

Η Βυζαντινή Μουσική καταρχάς δεν περιχαρακώνεται σε σύνορα. Είναι η μουσική των Αγγέλων και όλων των ορθοδόξων, όπου γης. Καταλαβαίνω ωστόσο το νόημα της επισήμανσής σας για το εγχείρημα της ερευνητικής ομάδας του Μ. Peres. Θα έλεγα ότι θα αδικούσαμε μία τέτοια σημαντική ερευνητική δράση, εάν απλώς λέγαμε ότι σκοπός της υπήρξε να αναδειχθεί η φυσιογνωμία της Βυζαντινής Μουσικής ως αναπόσπαστο κομμάτι του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Θα ήταν ίσως επιστημονικό ορθό, αλλά ουσιαστικά άδικο για τη βυζαντινή τέχνη, η οποία είναι τόσο ευρωπαϊκή, όσο και παγκόσμια, ως τέχνη των Αγγέλων και των Αγίων. Και πιστεύω πως κατανοείτε, από ποια οπτική επιθυμώ να το κρίνω.

Το εγχείρημά μας με τον Βασίλη Τσαμπρόπουλο δεν είναι να αποκαλύψουμε τη θέση της βυζαντινής μουσικής στο δέντρο των εθνών, αλλά να πούμε με λόγια μουσικά ότι Δύση και Ανατολή μπορούν να σμίξουν και να εναρμονιστούν, λόγω της κοινής τους αρχέγονης καταγωγής: της Μουσικής του Θεού.

Γ.Μ. Μπορεί ακόμη το φιλόμουσο κοινό, που έχει χριστιανική παιδεία όχι απαραίτητα ορθόδοξη, να βιώσει θρησκευτική ευλάβεια με την μουσική σας πρόταση;

Ν.Κ. Θα έλεγα ναι. Η μουσική κάποιες φορές, υπό προϋποθέσεις, λειτουργεί ως το πιο αποτελεσματικό “κήρυγμα”. Και για εμάς, αυτή η συναυλία θα είναι σίγουρα, αν μη τι άλλο, μία Ομολογία Πίστης.

Γ.Μ. Επιστρέφω πάλι στα νέα παιδιά και στην κρίση. Με την μέχρι τώρα πορεία σας, που δεν ήταν εύκολη ούτε «εμπορική», τι θα λέγατε σ’ έναν νέο άνθρωπο στο ξεκίνημά του, ιδιαίτερα σε κάποιον που έλκεται από τη βυζαντινή μουσική και το δημοτικό τραγούδι.

Ν.Κ. Να λαχταρά με όλη του την καρδιά αυτό τον δρόμο, αλλιώς να μην τον ξεκινήσει καν.
Να πιστέψει ακράδαντα πως ό, τι διαθέτει είναι δανεικό και πρέπει να το επιστρέψει εκεί που ανήκει. Κανένα χάρισμα και κανένα ταλέντο δεν του ανήκει. Αν κάτι του ανήκει είναι η προσπάθεια να το καλλιεργήσει. Ας το κάνει με όσο φιλότιμο διαθέτει.
Όσο για τα εμπόδια και τις ανθρώπινες δυσκολίες, να επικεντρώνεται μόνο στο στόχο. Ο μουσικός είναι ποιητής και στρατιώτης. Ο μουσικός του Θεού είναι στρατιώτης του Θεού.

Πληροφορίες:
Βράδυ της Μεγάλης Δευτέρας, 29 Απριλίου 2013, ώρα 20:30
στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
Στη σκηνή μαζί με τους Β. Τσαμπρόπουλο και Ν. Καραντζή θα συμπράξει ο ηθοποιός Πέτρος Πετράκης, σε κείμενα και αφηγήσεις εναρμονισμένες στη μουσική μυσταγωγία της βραδιάς.

Χορηγοί Επικοινωνίας: Ραδιοφωνικός Σταθμός της Εκκλησίας της Ελλάδος, ΕΡΤ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ



Ακολουθήστε μας σε Google News, Facebook και Instagram και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ γράψτε το σχόλιο σας!
Το όνομα σας ...