Από την πτώση της Αμμοχώστου στο θρίαμβο της Ναυπάκτου… Του Παναγιώτη Πιτσιάκα

Τα χρόνια μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης ήταν μια ομολογουμένως δύσκολη περίοδος για τον Ελληνισμό: Κατά την πρώτη περίοδο της Τουρκοκρατίας ο ελλαδικός χώρος μετατράπηκε σε ένα θέατρο πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ των Οθωμανών και δυτικών δυνάμεων (Ενετών, Γενοβέζων κ.α.), που μάχονταν για την κυριαρχία στην ανατολική Μεσόγειο. Οι Έλληνες  βρίσκονται στη μέση, και πολύ συχνά συμμετέχουν σε αυτές τις αναμετρήσεις, είτε ως μισθοφόροι, είτε εξαναγκαζόμενοι μέσω στρατολόγησης.

Μεταξύ αυτών των αναμετρήσεων, δεσπόζουσα θέση κατέχει η αποφασιστικής σημασίας ναυμαχία της Ναυπάκτου, στις 7 Οκτωβρίου 1571, όταν ο στόλος του «Ιερού χριστιανικού Συνασπισμού» (Sacra Liga), στον οποίο συμμετέχουν η Ισπανία, η Βενετία, η Γένουα, οι Ιωαννίτες Ιππότες της Μάλτας, τα δουκάτα της Σαβοΐας, του Ουρμπίνο και της Τοσκάνης και οι δυνάμεις του Πάπα, αντιμετώπισε τον οθωμανικό στόλο του σουλτάνου Σελίμ Β’.

Οι λόγοι που οδήγησαν στη συγκρότηση του Ιερού Συνασπισμού ήταν η κυριαρχία των Οθωμανών σε ένα μεγάλο μέρος της ηπειρωτικής Ευρώπης και σε πολλά νησιά του Αιγαίου. Ωστόσο το γεγονός που τελικά οδήγησε τους χριστιανικούς λαούς της Ευρώπης να συνασπιστούν εναντίον των Οθωμανών ήταν η πολιορκία και η κατάληψη της Κύπρου (1570 -1571), που ως τότε, βρισκόταν στα χέρια των Βενετών.

Στις 20 Ιουνίου 1570, οθωμανικά στρατεύματα αποβιβάζονται στην Πάφο. Στις 22 Ιουλίου εδραιώνεται η κατοχή της Λάρνακας και στις 26 ξεκινά η πολιορκία της Λευκωσίας. Η στρατιωτική διοίκηση της Λευκωσίας υποτιμά τον κίνδυνο που διατρέχει η πόλη, επειδή σύμφωνα με τους στρατιωτικούς της υπολογισμούς, οι Οθωμανοί θα επιχειρούσαν πρώτα την κατάληψη της Αμμοχώστου. Η Λευκωσία “πέφτει” στις 8 Σεπτεμβρίου 1570. Η άλωση της Λευκωσίας σήμανε την επικράτηση των Οθωμανών σε ολόκληρη σχεδόν την μεγαλόνησο, εκτός από την Αμμόχωστο. Μέσα σε λίγες ημέρες παραδίδονται οι οχυρωμένες θέσεις των χριστιανών στην Κερύνεια, στην Πάφο, στη Λεμεσό και στη Λάρνακα. Στα μέσα Σεπτεμβρίου οι τουρκικές δυνάμεις προωθούνται ως τα τείχη της Αμμοχώστου. Στις 17 Σεπτεμβρίου 1570 ξεκινά η πολιορκία της πόλης.

Οι ραγδαίες εξελίξεις στην Κύπρο, αλλά και οι κινήσεις των Οθωμανών στην Κεντρική Μεσόγειο, κίνησαν και πάλι το διπλωματικό μηχανισμό, για την υπογραφή ισπανοβενετικής συμμαχίας, εναντίον των Οθωμανών, αφού οι περιστάσεις ευνοούσαν τώρα αμοιβαίες παραχωρήσεις. Έτσι αποφασίζεται η συντονισμένη δράση των ενωμένων χριστιανικών δυνάμεων για την επείγουσα ανακούφιση της Κύπρου, χωρίς όμως ουσιαστικό αποτέλεσμα. Όταν ο συνασπισμένος χριστιανικός στόλος με 187 συνολικά καράβια, καταφέρνει, ύστερα από πολλές δυσκολίες, να συγκεντρωθεί στον όρμο της Σούδας και να κινηθεί ανατολικά, η τύχη της Λευκωσίας έχει ήδη κριθεί. Έτσι η πρώτη ναυτική εκστρατεία, του υπό υπογραφή, ακόμη, «Ιερού Συνασπισμού» (Sacra Liga), τελειώνει άδοξα, με την επιστροφή του ισπανικού στόλου στη Μεσσήνη και των άλλων συμμάχων στην Κέρκυρα και στην Αγκώνα.

Στην Κύπρο, μετά από μια πολύμηνη πολιορκία της Αμμοχώστου, και εξαιτίας της τραγικότητας της κατάστασης, αποφασίζεται η παράδοση της πόλης. Οι Οθωμανοί δέχονται την ειρηνική αποχώρηση μαχίμων και αμάχων, που θα ήθελαν να εγκαταλείψουν το νησί. Στη συνέχεια, όμως, παραβιάζουν τη συμφωνία και προχωρούν σε συλλήψεις, βασανιστήρια, εκτελέσεις και λεηλασίες. Στις 9 Αυγούστου 1571, ο Μουσταφά πασάς μπαίνει θριαμβευτής στη λεηλατημένη Αμμόχωστο και έτσι κλείνει, με δραματικό τρόπο, ο άνισος βενετοτουρκικός πόλεμος για την Κύπρο.

Μετά τις δραματικές εξελίξεις στην Κύπρο, στο στρατόπεδο των χριστιανών της Δύσης, ο Πάπας Πίος ο Ε’, ύστερα από κοπιώδεις προσπάθειες, κατορθώνει να γεφυρώσει τις ισπανοβενετικές αντιθέσεις και να πείσει τις δύο δυνάμεις να υπογράψουν, στις 20 Μαΐου 1571, επίσημα πια, τον «Ιερό Συνασπισμό» (Sacra Liga) και να αποσπάσει κοινή δήλωση για την προσεχή, μέσα σε ένα μήνα, αποστολή των δύο στόλων στην ανατολική Μεσόγειο. Η σπουδή αυτή, η οποία, ωστόσο, σημειώνεται με καταστροφική, για την Κύπρο καθυστέρηση, δημιούργησε τελικά τις προϋποθέσεις για τη μοναδική στρατιωτική επιτυχία των συμμάχων, κατά τη διάρκεια του πολέμου, με την Οθωμανική αυτοκρατορία, τη ναυμαχία της 7ης Οκτωβρίου 1571. Ενδεχόμενη αναβολή της εκκίνησης του χριστιανικού στόλου από τη Μεσσήνη, που πραγματοποιείται τελικά στις 16 Σεπτεμβρίου, θα είχε ως συνέπεια να προηγηθεί η είδηση της πτώσης της Αμμοχώστου, η οποία δεν είχε ακόμη φτάσει στην Ιταλία, (η είδηση έγινε γνωστή στους τρεις ναυάρχους, Μαρκαντόνιο Κολόνα, Σεμπαστιάν Venier και Ανδρέα Doria,  λίγες ημέρες μετά την αναχώρηση του συμμαχικού στόλου, από την Ηγουμενίτσα, για το νότιο Ιόνιο), γεγονός που θα οδηγούσε, αναπόφευκτα, σε οριστικό ναυάγιο τις προσπάθειες για τη συγκρότηση του χριστιανικού συνασπισμού εναντίον των Οθωμανών. Αυτό θα συνέβαινε γιατί οι Βενετοί δεν θα ήλπιζαν πια σε ανακατάληψη της μεγαλονήσου, ούτε οι Ισπανοί θα ήταν διατεθειμένοι να λάβουν μέρος σε αλυσιτελείς εκστρατείες, στη μακρινή ανατολική Μεσόγειο.

Η Ισπανία και η Βενετία, οι δύο μεγαλύτερες ναυτικές δυνάμεις της Ευρώπης, εκείνη την εποχή, είχαν τους δικούς της λόγους η καθεμιά να φοβούνται την επέκταση των Οθωμανών, πέρα από τις ελληνικές θάλασσες. Οι μεν Ισπανοί, είχαν βιώσει για τα καλά την ισλαμική κυριαρχία (711-1492) στην Ιβηρική Χερσόνησο, ενώ παράλληλα είχαν ως, μακρινό στόχο, τη μερική ανασύσταση της βυζαντινής αυτοκρατορίας, ως αντίβαρο, όχι μόνο στην οθωμανική εξάπλωση στην Ευρώπη, αλλά και στους Βενετούς, τους Γενουάτες και τα άλλα ιταλικά κράτη. Από την άλλη, οι Βενετοί επιθυμούσαν την ανάκτηση των εμπορικών τους σταθμών στο Αιγαίο, την ανατολική Μεσόγειο και την Αδριατική Θάλασσα (από τα παράλια της Ηπείρου ως τη Δαλματία).

 Τον Αύγουστο του 1570, Βενετοί στρατιώτες, ύστερα από πρόσκληση των κατοίκων της Νάξου, καταλαμβάνουν το νησί. Ακολουθούν η Πάρος, η Άνδρος, όπου γίνονται όμως λεηλασίες που προκαλούν την αγανάκτηση των κατοίκων, και η Μήλος.

Στις 25 Απριλίου 1571 ο οθωμανικός στόλος αναχωρεί από την Κωνσταντινούπολη και ένα μέρος του κατευθύνεται προς τις Κυκλάδες. Στις 15 Ιουνίου 1571, ανακαταλαμβάνει τη Μήλο, και τα άλλα κυκλαδονήσια, και στρέφεται στην Κρήτη, όπου στον Χάνδακα (το σημερινό Ηράκλειο) και στα Χανιά, παθαίνει πανωλεθρία. Ωστόσο, καταφέρνει να καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος του Ρεθύμνου. Από εκεί, κατευθύνεται στα Κύθηρα, τα οποία και λεηλατεί. Ανασυντάσσεται στη Μεθώνη και το Ναβαρίνο (Πύλος), πολιορκεί, χωρίς επιτυχία, τη Ζάκυνθο, την Κεφαλλονιά και την Ιθάκη και στη συνέχεια φτάνει ως τις ακτές της Αλβανίας και της Κροατίας.

Παράλληλα, χερσαίες δυνάμεις, επαναφέρουν, κάτω από την οθωμανική κυριαρχία, περιοχές της Ηπείρου και των Βαλκανίων, που είχαν εξεγερθεί τον προηγούμενο χρόνο. Στα μέσα Αυγούστου, ο οθωμανικός στόλος, επιστρέφει στο νότιο Ιόνιο. Η ώρα της μεγάλης σύγκρουσης πλησιάζει.

Μετά την υπογραφή της συμφωνίας για τη συγκρότηση του Ιερού Συνασπισμού, το Μάιο του 1571, ο χριστιανικός στόλος συγκεντρώνεται στη Μεσσήνη της Ιταλίας και από εκεί αποπλέει στις 16 Σεπτεμβρίου. Υπολογίζεται ότι αποτελείτο από 209 γαλέρες, 6 γαλεάσες, 27 μεγάλα πλοία και πολλά μικρότερα. Τα μισά, περίπου, πλοία ανήκουν στη Βενετία (116), που ήταν και η περισσότερο πληγείσα στις κτήσεις της. Η ισπανική δύναμη αποτελείτο από 81 καράβια, στα οποία εντάχθηκαν και οι στόλοι της Νεάπολης και Σικελίας, που υπάγονταν σ’ αυτήν. Ο στόλος της Γένουας, με τα σκάφη του Πάπα, ήταν 12, του δούκα της Σαβοΐας 3 και των Ιπποτών της Μάλτας 4. Ο στρατός, που συνόδευε τα πλοία, ήταν 28.000 άνδρες και 2.000 τυχοδιώκτες (!), που αναζητούσαν δόξα και χρήμα. Ένας μεγάλος αριθμός ελλήνων πολέμησαν ως οπλίτες ή χρησιμοποιήθηκαν ως κωπηλάτες βενετικών πλοίων.

Στα βενετικά πολεμικά σκάφη περιλαμβάνονταν και αρκετά πλοία που εξοπλίστηκαν και διοικούνταν από έλληνες υπηκόους της Βενετίας (Κερκυραίους, Ζακυνθινούς. Η συμβολή των ελλήνων, και ιδίως των Κρητικών, στη νίκη του χριστιανικού στόλου, στη ναυμαχία της Ναυπάκτου, δεν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητη, αν ληφθεί υπόψη και η γνώμη του Δον Χουάν, που θεωρούσε ως αξιόμαχο μόνο το τμήμα εκείνο του βενετικού στόλου, που είχε εξοπλισθεί και επανδρωθεί στην Κρήτη. Ο οθωμανικός στόλος, απαρτιζόταν από 280 περίπου πλοία, κυρίως γαλέρες, χωρίς ”βαριά” σκάφη.

Επικεφαλής των χριστιανικών δυνάμεων, είναι ο νεαρός Δον Χουάν της Αυστρίας, 24 μόλις χρόνων, ετεροθαλής αδελφός του Φίλιππου του Β’, βασιλιά της Ισπανίας. Από την άλλη επικεφαλής του οθωμανικού στόλου είναι ο Μουεζίν – Ζαντέ Αλή πασάς.

Τα ξημερώματα της 7ης Οκτωβρίου, ο Μουεζίν – Ζαντέ Αλή, οδηγεί τον στόλο του προς τα δυτικά του Κορινθιακού Κόλπου, για να συναντήσει τον αντίπαλο χριστιανικό στόλο, ο οποίος πλέει προς τις εκβολές του Αχελώου. Η συνάντηση των δύο στόλων, γίνεται μπροστά στα άγονα νησάκια Εχινάδες, στην είσοδο του Κορινθιακού κόλπου, τον οποίο οι Ενετοί ονόμαζαν «Κόλπο της Ναυπάκτου», απ’ όπου πήρε και το όνομα της η ναυμαχία.
Οι Δυτικοί ιστορικοί χρησιμοποιούν την ονομασία «Ναυμαχία του Λεπάντο», από το μεσαιωνικό όνομα της πόλης.

Η σύγκρουση αρχίζει με τους κανόνες ενός γνήσια ιπποτικού αγώνα. Σύντομα, όμως, εξελίσσεται σε αδυσώπητη και κάποτε άτακτη αναμέτρηση, με απροσδόκητη ένταση, που τη γεννά το αμοιβαίο φυλετικό και θρησκευτικό μίσος. Λίγες μέρες πριν, είχαν μαθευτεί οι φρικαλεότητες των Οθωμανών στην Αμμόχωστο και, ιδιαίτερα οι Βενετοί, θέλουν  να πάρουν εκδίκηση. Τα αντίπαλα σκάφη πλησιάζουν το ένα στο άλλο, γάντζοι ρίχνονται από τις δύο πλευρές και ο αγώνας, που μεταφέρεται από κατάστρωμα σε κατάστρωμα, γίνεται σώμα με σώμα, με όλα τα όπλα. Στην έκβαση της ναυμαχίας έπαιξε ρόλο, όχι μόνο η τεχνική και ο οπλισμός των χριστιανών, αλλά και η κακή κατάσταση των οθωμανικών στρατευμάτων, τα οποία ήταν ήδη καταπονημένα από επιδημίες και κυρίως από την εκστρατεία του οθωμανικού στόλου στο Αιγαίο, στην Κρήτη, στο Ιόνιο και στα αλβανικά και δαλματικά παράλια.

Μέσα σε πέντε ώρες,  περίπου, ο αγώνας είχε κριθεί. Από το σύνολο του οθωμανικού στόλου διασώζονται περίπου 50 πλοία από τα οποία, άλλα καταφεύγουν στη Ναύπακτο και άλλα διασώζονται προς την Πρέβεζα. Οι νεκροί μεταξύ των Οθωμανών ξεπερνούν τις 20.000, μεταξύ των οποίων και ο αρχηγός του στόλου Μουεζίν Ζαντέ Αλή. Οι οθωμανοί αιχμάλωτοι φτάνουν τις 3500. Οι χριστιανοί, που περνούν στα χέρια των συμμάχων, είναι περίπου 10000, στην πλειοψηφία τους έλληνες. Οι περισσότεροι από τους αιχμάλωτους κωπηλάτες ξανακερδίζουν την ελευθερία τους. Εξάλλου οι περισσότεροι απ’ αυτούς κρατούν, επίτηδες, παθητική στάση, κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας, διευκολύνοντας έτσι το χριστιανικό στρατόπεδο. Αρκετοί, μέσα στη σύγχυση της μάχης, καταφέρνουν να σπάσουν τα δεσμά τους και να επιτεθούν εναντίον των ως τότε δυναστών τους. Βέβαια, πολλές χιλιάδες χριστιανοί σκλάβοι βρίσκουν τραγικό θάνατο, βουλιάζοντας μαζί με τα εμβολισμένα τούρκικα καράβια.

Βαριές απώλειες όμως έχει και το συμμαχικό στρατόπεδο: 7500 νεκρούς, 14000 τραυματίες, από τους οποίους οι 4000 πεθαίνουν τις επόμενες μέρες, 2300 κωπηλάτες, στην πλειοψηφία τους έλληνες, χάνονται κατά την καταστροφή 15 περίπου σκαφών. Ακόμη ακριβότερα, τις συνέπειες του πολέμου και της ναυμαχίας, πλήρωσαν οι έλληνες, λόγω των αντιποίνων και των προληπτικών διώξεων στην Κύπρο, στο Αιγαίο και σε άλλες ελληνικές περιοχές.      

Στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου έλαβε μέρος και ο μετέπειτα διάσημος Ισπανός συγγραφέας Μιγκέλ ντε Θερβάντες, ο οποίος πληγώθηκε στο στήθος και στο αριστερό χέρι, αποκτώντας μόνιμη αναπηρία. Στο έργο του «Ταξίδι στον Παρνασσό» (1614) αναφέρει ότι στη Ναύπακτο αχρηστεύτηκε το αριστερό του χέρι «προς δόξαν του δεξιού» (υπαινισσόμενος την κατοπινή επιτυχία του με τον Δον Κιχώτη). Πάντα ένιωθε περήφανος για τη συμμετοχή του στη Ναυμαχία και πίστευε ότι είχε λάβει μέρος στην πιο ένδοξη μάχη, που είδαν ή θα δουν οι αιώνες.

Η χριστιανική νίκη στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου, στις 7 Οκτωβρίου 1571, πανηγυρίστηκε σε όλο το χριστιανικό κόσμο. Παντού στην Ευρώπη, ακόμη και στην τουρκόφιλη Γαλλία έγιναν δοξολογίες. Όπως γράφει ο Θερβάντες στο πρώτο μέρος του Δον Κιχώτη «η νίκη έγινε αφορμή να διαλυθεί η πλανερή ιδέα που είχε ο χριστιανικός κόσμος για το αήττητο των Οθωμανών στη θάλασσα».

Μετά το θρήνο της Αμμοχώστου, και γενικά της Κύπρου, φτάσαμε στο θρίαμβο της Ναυπάκτου. Ωστόσο, παρά τη σημασία της, η ναυμαχία της Ναυπάκτου δεν αξιοποιήθηκε από τους νικητές. Ήταν μια νίκη χωρίς «επαύριο», χωρίς ουσιαστικά στρατηγικά αποτελέσματα, στην εξέλιξη του βενετουρκικού πολέμου για την Κύπρο, παρά το γεγονός ότι η κληρονομιά της επέζησε για αρκετά χρόνια και για μισό αιώνα περίπου εξακολούθησε να υπάρχει διάχυτη στην Ευρώπη, μια αντιτουρκική διάθεση. Ένα χρόνο μετά την καταστροφή του οθωμανικού στόλου, ο σουλτάνος ήταν σε θέση να αναπληρώσει τα κενά και τις απώλειες, σε άνδρες και σκάφη. Στα τέλη της άνοιξης του 1572, ο οθωμανικός στόλος, αποτελούμενος από 300, περίπου, πλοία, εμφανίζεται και πάλι απειλητικός στο Αιγαίο, χωρίς ωστόσο να έχει την παλαιά του επιθετικότητα. Η υποτονία αυτή οφειλόταν, αναμφισβήτητα, στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου.



Ακολουθήστε μας σε Google News, Facebook και Instagram και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ γράψτε το σχόλιο σας!
Το όνομα σας ...