Οι εκτεταμένες πυρκαγιές του φετινού καλοκαιριού επανέφεραν στη δημόσια συζήτηση το ζήτημα της δασοπροστασίας, του έγκαιρου προληπτικού σχεδιασμού και της ετοιμότητας του κρατικού μηχανισμού, ενώ πολύς λόγος έγινε σχετικά με το βαθμό στον οποίο για ανάλογα φαινόμενα ευθύνεται η επιταχυνόμενη κλιματική αλλαγή. Το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ απευθύνθηκε στον Δρ. Γαβριήλ Ξανθόπουλο, δασολόγο με ειδίκευση στις δασικές πυρκαγιές, διευθυντή ερευνών στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων του Ε.Λ.Γ.Ο. «ΔΗΜΗΤΡΑ», για μια νηφάλια αποτίμηση των πιο κοινών αστοχιών κατά τη διαχείριση των δασικών πυρκαγιών, αλλά και αξιολόγηση των οφειλόμενων ενεργειών για την αποτροπή ή την αποκατάσταση των καταστροφών.

Βασικά σημεία της συνέντευξης στους Κώστα Κάβουρα, Υπ. Διδάκτορα στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, και Αγγελική Μητροπούλου, Υπ. Διδάκτορα στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου:

  • Αν κοιτάξει κανείς τα στατιστικά δεδομένα των τελευταίων 45 περίπου ετών (1977-2021), θα διαπιστώσει ότι ο μέσος όρος της ετησίως καμένης έκτασης στη χώρα μας κυμαίνεται γύρω στις 450.000 στρέμματα. Ο αριθμός αυτός είναι πολύ μεγαλύτερος από την περίοδο των προηγούμενων 22 ετών (1955-1976), όταν ο μέσος όρος ήταν περί τις 127.000 στρέμματα,
  • Το 1998 η ευθύνη της δασοπυρόσβεσης μεταφέρθηκε από τη Δασική Υπηρεσία στο Πυροσβεστικό Σώμα, με την ελπίδα ότι ένα καλά οργανωμένο σώμα, με στρατιωτικού τύπου δομή, θα ήταν πιο αποτελεσματικό. Δυστυχώς, αυτό δεν επαληθεύτηκε. Ο μέσος όρος της περιόδου 1998-2021 είναι ουσιαστικά ο ίδιος με εκείνον της περιόδου 1977-1997, περί τις 450.000 στρέμματα, παρότι οι δαπάνες τα τελευταία χρόνια είναι πολλαπλάσιες.
  • Η αντιπυρική περίοδος του 2021 μπορεί να χαρακτηριστεί ως η απόλυτη αποτυχία, καθώς είχαμε πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις από κάθε άλλη χρονιά και, παρ’ όλα αυτά, είχαμε τη μεγαλύτερη στην ιστορία καμένη έκταση γης (περισσότερα από 500.000 στρέμματα) σε μία και μόνο πυρκαγιά, αυτή της Βόρειας Εύβοιας
  • Το προσωπικό της Δασικής Υπηρεσίας είναι γερασμένο και αριθμητικά λίγο και έχει να ασχοληθεί με ένα αυξημένο φορτίο γραφειοκρατικών διεργασιών, όπως οι δασικοί χάρτες. Έτσι, η διαχείριση των δασών περνάει σε δεύτερη μοίρα, ενώ υποφέρει και η πρόληψη, καθώς οι διατιθέμενες πιστώσεις είναι ισχνότατες. 
  • Σημαντικός παράγοντας είναι ότι ο κόσμος τις τελευταίες δεκαετίες έχει εγκαταλείψει τη ζωή στην ύπαιθρο. Λείπει ο κόσμος από την ύπαιθρο, οι νέοι δεν έχουν κίνητρα να μείνουν και να δουλέψουν στην επαρχία, δεν στηρίζεται το αγροτικό εισόδημα όπως θα έπρεπε. Όλα αυτά τελικά οδηγούν σε απαξίωση της υπαίθρου,
  • Χρειαζόμαστε ανθεκτικά τοπία (resilient landscapes), που θα μπορούν να συμβάλλουν στη μείωση των προβλημάτων από τις πυρκαγιές, ώστε π.χ. με ένα μωσαϊκό βλάστησης, με διάσπαση της συνέχειας με ζώνες δάσους με μειωμένη καύσιμη ύλη, με αγροτικές εκτάσεις, ελαιώνες, οπωρώνες, περιοχές βοσκής κ.λπ., να μην έχουμε τεράστιες ανεξέλεγκτες πυρκαγιές, όπως εκείνη της Β. Εύβοιας. 
  • Αν προσθέσουμε το άλλο μεγάλο πρόβλημα, που είναι η δημιουργία ζωνών μίξης δασών και οικισμών (έχουμε το spillover της Αθήνας σε όλη την Αττική και όχι μόνο), ο κίνδυνος αυξάνεται, ενώ παράλληλα η αντιμετώπιση των πυρκαγιών γίνεται δυσκολότερη. Μάλιστα, τα πράγματα φέτος έγιναν χειρότερα, εξαιτίας της έμφασης που δόθηκε στη συλλήβδην εκκένωση κοινοτήτων, χωρίς κριτήρια και χωρίς προηγούμενο σχεδιασμό. Προφανώς δεν είμαι ενάντια στο μέτρο της εκκένωσης, ωστόσο πρέπει να υπάρχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ώστε να μην οδηγεί σε καταστάσεις των οποίων γίναμε όλοι μάρτυρες.
  • Η διαχείριση του χώρου είναι περίπλοκο ζήτημα, γι’ αυτό και η Επιτροπή Γκολντάμερ, που συγκροτήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2018 «για την ανάλυση των υποκείμενων αιτιών και τη διερεύνηση των προοπτικών διαχείρισης των μελλοντικών πυρκαγιών δασών και υπαίθρου στην Ελλάδα». Ο οργανισμός που περιέγραφε η Επιτροπή Γκόλνταμερ θα μπορούσε να είναι μια πολύ καλή λύση, εφόσον είναι διακομματικά αποφασισμένος, γιατί δεν είναι κάτι που θα το κάνεις και σε δύο χρόνια θα έχεις αποτέλεσμα. Άρα λοιπόν, πρέπει να έχει μια προοπτική για να κάνει δουλειά, να δει το αποτέλεσμα και να το βελτιώσει.
  • Παρά το γεγονός ότι η πολιτική προστασία είναι «στα πάνω της» παγκοσμίως, ουσιαστικά δεν «κοιτάει» το προληπτικό μέρος, ενώ στηρίζεται διαρκώς στη «βολική δικαιολογία» της κλιματικής αλλαγής, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιεί αυτό τον άξονα για να μοχλεύει πόρους για καταστολή και όχι για πρόληψη και αποκατάσταση. Χρειάζονται τόσο η πρόληψη όσο και η καταστολή. Χωρίς σωστά υλοποιημένη πρόληψη όμως, η καταστολή είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Το ζητούμενο λοιπόν είναι η σωστή κατανομή πιστώσεων μεταξύ των δύο και, βέβαια, η ορθή αξιοποίηση αυτών. 
  • Το κράτος οφείλει να έχει τον πρώτο λόγο στη δασοπροστασία και την αποκατάσταση των καμένων εκτάσεων.

Όλη η συνέντευξη: https://bit.ly/3ED1gkN



Ακολουθήστε μας σε Google News, Facebook και Instagram και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ γράψτε το σχόλιο σας!
Το όνομα σας ...