Νικολόπουλος: Δεν συντρέχει λόγος να αρθεί η ασυλία μου

Νίκος Νικολόπουλος

Ο ΛΟΓΟΣ ΜΟΥ ΠΕΡΙΕΙΧΕ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΤΑ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ                                                          

Να μην γίνει δεκτή η αίτηση άρσης ασυλίας του, ζητάει ο Πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος και Ανεξάρτητος Βουλευτής Αχαΐας Νίκος Νικολόπουλος με υπόμνημά του, το οποίο απέστειλε στην Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής «απαντώντας» κατ’ αυτό τον τρόπο στη μήνυση που έχει καταθέσει εναντίον του η Ομοφυλοφιλική και Λεσβιακή Κοινότητα Ελλάδας-Φεστιβάλ Υπερηφάνειας Αθήνας- Φεστιβάλ Υπερηφάνειας Θεσσαλονίκης.

Ο Ανεξάρτητος Βουλευτής συμμετείχε, ως γνωστόν, στην εκπομπή «Αυτοψία», με παρουσιαστή τον Αντώνη Σρόιτερ και είχε διατυπώσει τις απόψεις του για τον γάμο, τα ομόφυλα ζευγάρια, τα σχετικά νομοθετήματα κ.ο.κ.

Μηνύθηκε δε, διότι η Ομοφυλοφιλική και Λεσβιακή Κοινότητα Ελλάδας θεώρησε ότι προσβλήθηκαν τα μέλη της από τις απόψεις του Νίκου Νικολόπουλου.

Με το υπόμνημά του ο ανεξάρτητος βουλευτής δεν αποδέχεται τις αποδιδόμενες κατηγορίες, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι:

«Από καμία φράση μου δεν προκύπτει προτροπή ή διέγερση ή υποκίνηση οιουδήποτε τρίτου προς τέλεση οιουδήποτε αδικήματος είτε σε βάρος της δημόσιας τάξης, είτε σε βάρος της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας ή της ελευθερίας των μηνυτών ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου.

Στην επίμαχη εκπομπή διετύπωσα ως Έλληνας Βουλευτής και Πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Ελλάδος και ως Έλληνας πολίτης, εμφορούμενος από τις αρχές της Ορθοδόξου Χριστιανικής Πίστεως και Εκκλησίας, τις απόψεις μου και την δημόσια κριτική μου για σχετικό νομοσχέδιο που θα έφερνε στην Βουλή η Νέα Δημοκρατία, της οποίας διετέλεσα βουλευτής επί πολλές βουλευτικές περιόδους.

Μάλιστα εκείνες τις ημέρες στην Ευρωβουλή οι Ευρωβουλευτές του κ. Α. Σαμαρά είχαν εγκρίνει με την ψήφο τους το περίφημο ψήφισμα Λούνατσεκ με τέτοιου περιεχομένου οδηγίες.

Ο λόγος μου περιείχε αναφορές στα διδάγματα της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης και στις αρχές της για τον γάμο και την οικογένεια, αλλά και στον σεβασμό και την αγάπη προς τον πλησίον, χωρίς να περιέχει καμία ρατσιστικού περιεχομένου αναφορά.

Η έκθεση των προσωπικών μου απόψεων για τις θρησκευτικές και κοινωνικές αρχές πάνω στις οποίες πρέπει να στηρίζεται ο γάμος και η οικογένεια είναι απόλυτο και συνταγματικά προστατευόμενο δικαίωμά μου. Δεν περιείχε ο λόγος μου κανένα κήρυγμα μίσους κατά των μηνυτών και καμία προτροπή για διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος σε βάρος τους.

Η σε βάρος μου μήνυσή τους είναι ανυπόστατη, ψευδής και απαράδεκτη.

Το να πιστεύω εγώ, ότι ο γάμος και η οικογένεια πρέπει να στηρίζονται στην σχέση ανδρός και γυναικός είναι δικαίωμά μου.

Το να πρεσβεύω αυτή την άποψη, εγώ και το κόμμα του οποίου ηγούμαι, καθώς επίσης  και να θέλω αυτήν να πρεσβεύουν στην ζωή τους και τα παιδιά μου είναι συνταγματικό δικαίωμά μου και πάντως αυτό δεν αποτελεί πρόκληση ή προτροπή προς τέλεση οποιουδήποτε αδικήματος κατά οποιουδήποτε τρίτου που μπορεί να πιστεύει σε άλλες θεωρίες ή πρακτικές για το επίμαχο κοινωνικό θέμα.

Συνεπώς, από την αξιολόγηση των όσων εγώ ανέφερα προφορικώς, ερωτώμενος ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα, είναι προφανές ότι δεν τρέφω μίσος ή μισαλλοδοξία για τους μηνυτές μου. Επικαλούμαι το απόσπασμα των όσων ανέφερα στην επίμαχη τηλεοπτική αναφορά μου, ότι δηλαδή: «όταν ένα αγόρι βγαίνει και λέει «εγώ αρραβωνιάζομαι έναν άνδρα», ….. «δεν ξέρω πως το λέτε εσείς», …. «όμως εμένα δεν με ενδιαφέρει» ….. «στην κρεβατοκάμαρά του μπορεί να κάνει κανείς ότι θέλει….. να το κάνει όμως παράδειγμα για τα παιδιά μου νομίζω ότι υπάρχει θέμα».

Γνωρίζω ότι υπάρχουν ασφαλώς άλλες απόψεις που απορρίπτουν ως «ανελαστική» αυτή την θέση της Αγίας Γραφής και θεωρούν τα «έμφυλα στερεότυπα», τα οποία ευνοεί ως γενεσιουργά «σεξιστικών» προκαταλήψεων.

Οι αιτιάσεις αυτές, κατά την διδασκαλία της Χριστιανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι έωλες.

Η Πατερική παράδοση είναι πλούσια σε σχετικές αναφορές. 

Αυτό είναι το πιστεύω που υπηρετεί και το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα Ελλάδος και φυσικά είναι και η δική μου άποψή και δικαιούμαι να την έχω και να την εκφράζω, ιδίως ως προσωπική και κοινωνική άποψη, για το πως θέλω να αναπτύξουν την οικογενειακή τους ζωή τα παιδιά μου και ποια παραδείγματα θα ήθελα να έχουν ή να μην έχουν ως πρότυπα.

Η ελεύθερη έκφραση των απόψεών μου είναι συνταγματικό μου δικαίωμα και δεν αποτελεί η έκφραση των ιδεών μου και των απόψεών μου αδίκημα».

Καταλήγοντας ο Νίκος Νικολόπουλος τονίζει:

«Αρνούμαι την σε βάρος μου μηνυτήρια αναφορά και αιτούμαι να απορριφθούν οι εναντίον μου ισχυρισμοί των εγκαλούντων ως αβάσιμοι, ανυπόστατοι και αναπόδεικτοι και για τούτο ζητώ να μην εγκριθεί από την Επιτροπή σας η αίτηση άρσης ασυλίας μου, διότι δεν στοιχειοθετείται από τις απόψεις μου ή υποκειμενική και αντικειμενική υπόσταση κανενός αδικήματος».   

Το πλήρες κείμενο του υπομνήματος :

«Υπόμνημα προς την επιτροπή δεοντολογίας της Βουλής των Ελλήνων για την συζήτηση άρσης ασυλίας (Τρίτη 25/10/2016) Προς τον Πρόεδρο και τα μέλη της Ειδικής Μόνιμης Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Δεοντολογίας της Βουλής των Ελλήνων

Είμαι Χριστιανός Ορθόδοξος. Είμαι πατέρας τεσσάρων παιδιών.

Ανατράφηκα με Ελληνοχριστιανικές αξίες σε μια παραδοσιακή πολύτεκνη ελληνική οικογένεια. Με τις ίδιες αξίες μεγαλώνω και τα τέσσερτα παιδιά μου.

Για αυτές τις αρχές στρατεύτηκα από μικρός στην Ορθόδοξη εκκλησία και συμμετέχω στη Θεία Λατρεία και στις Ιερές ακολουθίες, ως Ιεροψάλτης

Έχοντας δηλαδή καταταχθεί στον κατώτερο κλήρο. Προσήλθα στην πολιτική με Σημαία αυτές τις Χριστιανικές και Δημοκρατικές αρχές τις οποίες υπηρετώ από μαθητής οργανωμένος στη νεολαία της Νέας Δημοκρατίας.

Σπούδασα οικονομικά καθώς και πολιτικές επιστήμες και σε μεγαλύτερη ηλικία σπούδασα την Θεολογία!

Έχω εκλεγεί βουλευτής δέκα φορές, πάντα μέσα στο ίδιο ιδεολογικό πλαίσιο κινούμενος και εκπροσωπώντας πάντα τους ‘Ελληνες πολίτες που έχουν τις ίδιες απόψεις με εμένα.

Αυτές τις ιδέες και αυτές τις παρακαταθήκες εθνικές δημοκρατικές και θρησκευτικές υπερασπίζομαι, διακηρύττω και διακινώ.

Μετά την παραίτησή μου από την θέση του υφυπουργού εργασίας, μαζί με πολλούς και πολλές Έλληνες και Ελληνίδες ιδρύσαμε το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα Ελλάδος, του οποίου οι αρχές είναι σύμφωνες με τον λόγο και το νόμο του Αληθινού Τριαδικού Θεού, όπως καταγράφεται στο Ιερό Ευαγγέλιο & στους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας οι οποίες και έχουν συμπεριληφθεί στις καταστατικές διατάξεις του κόμματος που έχει εγκρίνει ο Άρειος Πάγος.

Όσα λοιπόν απάντησα ερωτώμενος στο δρόμο -και όχι συμμετέχοντας στην εκπομπή όπως ψευδώς αναφέρουν – είναι πεποιθήσεις δικές μου και των εντολέων μου, Ελλήνων Χριστιανοδημοκρατών πολιτών, εξωτερικεύθηκαν δε, εντός του θεμιτού και θεσμικού πλαισίου της λειτουργίας του κόμματός μου, καθώς και υπό την ιδιότητά μου ως Προέδρου αυτού.

Σέβομαι τις απόψεις όλων και τιμώ όλα τα πρόσωπα απεριόριστα, ανεξαρτήτως του τι εκείνα πιστεύουν και ποιες σεξουαλικές προτιμήσεις έχουν!

Διαφωνώ με όσους θέλουν να επιβάλουν την δική τους αντίληψη & συμπεριφορά στην ελληνική κοινωνία.

Περί του συγκεκριμένου ζητήματος της ομοφυλοφιλίας, από την Παλαιά Διαθήκη, την Καινή Διαθήκη, επικαλούμαι και θέτω στην κρίση όλων τις πράξεις των Αποστόλων, τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, αλλά και τις πρόσφατες αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου της εκκλησίας της Ελλάδος και όλων των αυτοκέφαλων Ορθοδόξων Εκκλησιών της Οικουμένης.

Είναι καταγεγραμμένες και αναλλοίωτες “και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι”.

Σας καταθέτω συνημμένως ελάχιστες από τις πολλές που τελευταία δημοσιεύθηκαν στα ΜΜΕ !

Αρνούμαι την σε βάρος μου «μηνυτήρια αναφορά» και όλους τους σε βάρος μου ισχυρισμούς των μηνυτών για δήθεν τέλεση από εμένα αδικήματος προβλεπόμενου από το άρθρο 1 του Ν. 4285/2014 (ΦΕΚ Α 191/10-9-2014), ως όλως αβάσιμους, αναληθείς και ανυπόστατους.

Ειδικότερα:

Από την ανωτέρω διάταξη του νόμου για την στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής και αντικειμενικής υποστάσεως του αδικήματος απαιτούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

Ότι ο εγκαλούμενος «με πρόθεση υποκινεί, προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορεί να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά προσώπου ή ομάδος προσώπων που προσδιορίζονται με βάση… (μεταξύ των άλλων) το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα του φύλου…….. κατά τρόπο που εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή ενέχει απειλή για την ζωή, την ελευθερία ή την σωματική ακεραιότητα των ως άνω προσώπων».

Πέραν του ότι ουδεμία πρόθεση είχα και ούτε προκύπτει, ούτε συνάγεται από τις απόψεις που εξέθεσα, ως βουλευτής της Βουλής των Ελλήνων προσκεκλημένος στην εν λόγω τηλεοπτική εκπομπή, ότι είχα τέτοια πρόθεση υποκινήσεως ή προτροπής κ.λπ. σε τέλεση πράξεων που μπορεί να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά τρόπο μάλιστα που εκθέτει σε κίνδυνο την δημόσια τάξη ή ενέχει απειλή για την ζωή, την ελευθερία ή την σωματική ακεραιότητα των εν λόγω προσώπων….., από το ίδιο το κείμενο των απόψεων που εξέθεσα, το οποίο επικαλούνται οι μηνυτές στην αναφορά τους, και στο οποίο παραπέμπω (Βλέπετε σελ. 4 και 5 υπό στοιχ. 01.02.58, 01.25.00 και 01.28.31 και σελ. 32 παρ. 1 υπό στοιχείο 01.02.58). ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ ότι δεν διετύπωσα, ούτε «εξέπεμψα» καμία προτροπή ή υποκίνηση του τηλεοπτικού κοινού για τέλεση πράξεων που μπορεί να προκαλέσουν μίσος ή βία κατά οποιουδήποτε προσώπου (όπως και αν αυτοπροσδιορίζεται, και εν προκειμένω των μηνυτών) και μάλιστα (όπως επιπροσθέτως απαιτεί ο νόμος) κατά τρόπο που εκθέτει σε κίνδυνο την δημόσια τάξη ή ενέχει απειλή για την ζωή, ή την ελευθερία, ή την σωματική ακεραιότητα των μηνυτών, ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου.

Από καμία φράση μου δεν προκύπτει προτροπή ή διέγερση ή υποκίνηση οιουδήποτε τρίτου προς τέλεση οιουδήποτε αδικήματος είτε σε βάρος της δημόσιας τάξης, είτε σε βάρος της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας ή της ελευθερίας των μηνυτών ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου.

Στην επίμαχη εκπομπή διετύπωσα ως Έλληνας βουλευτής και Πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Ελλάδος και ως Έλληνας πολίτης, εμφορούμενος από τις αρχές της Ορθοδόξου Χριστιανικής Πίστεως και Εκκλησίας, τις απόψεις μου και την δημόσια κριτική μου για σχετικό νομοσχέδιο που θα έφερνε στην Βουλή η Νέα Δημοκρατία, της οποίας διετέλεσα βουλευτής επί πολλές βουλευτικές περιόδους.

Μάλιστα εκείνες τις ημέρες στην Ευρωβουλή οι Ευρωβουλευτές του κ. Α. Σαμαρά είχαν εγκρίνει με την ψήφο τους το περίφημο ψήφισμα Λούνατσεκ με τέτοιου περιεχομένου οδηγίες.

Ο λόγος μου περιείχε αναφορές στα διδάγματα της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης και στις αρχές της για τον γάμο και την οικογένεια, αλλά και στον σεβασμό και την αγάπη προς τον πλησίον, χωρίς να περιέχει καμία ρατσιστικού περιεχομένου αναφορά.

Η έκθεση των προσωπικών μου απόψεων για τις θρησκευτικές και κοινωνικές αρχές πάνω στις οποίες πρέπει να στηρίζεται ο γάμος και η οικογένεια είναι απόλυτο και συνταγματικά προστατευόμενο δικαίωμά μου. Δεν περιείχε ο λόγος μου κανένα κήρυγμα μίσους κατά των μηνυτών και καμία προτροπή για διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος σε βάρος τους.

Η σε βάρος μου μήνυσή τους είναι ανυπόστατη, ψευδής και απαράδεκτη.

Το να πιστεύω εγώ, ότι ο γάμος και η οικογένεια πρέπει να στηρίζονται στην σχέση ανδρός και γυναικός είναι δικαίωμά μου.

Επικαλούμαι τις αρχές του οικογενειακού δικαίου, το οποίο επί αιώνες έχει σαν βάση το Βυζαντινό Δίκαιο, σύμφωνα με το οποίο «Γάμος είναι η ένωση ανδρός και γυναικός προς συγκλήρωση του βίου του παντός» (Βλέπετε σύγγραμμα οικογενειακού δικαίου του αείμνηστου Καθηγητή της Νομικής Σχολής Αθηνών Μιχαηλίδη Νουάρου).

Το να πρεσβεύω αυτή την άποψη, εγώ και το κόμμα του οποίου ηγούμαι, καθώς επίσης και να θέλω αυτήν να πρεσβεύουν στην ζωή τους και τα παιδιά μου είναι συνταγματικό δικαίωμά μου και πάντως αυτό δεν αποτελεί πρόκληση ή προτροπή προς τέλεση οποιουδήποτε αδικήματος κατά οποιουδήποτε τρίτου που μπορεί να πιστεύει σε άλλες θεωρίες ή πρακτικές για το επίμαχο κοινωνικό θέμα.

Για την ακρίβεια, όπως επακριβώς το θέτει η αιτιολογική έκθεση του Ν. 4285/2014 «Κάθε προσπάθεια ποινικοποίησης των εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας ενέχει τον κίνδυνο προσβολής του ατομικού δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης (βλ. άρθρο 10 της EΣΔΑ και άρθρα 14 έως 16 του Συντάγματος), γι’ αυτό και το περιεχόμενο των σχετικών ποινικών τυποποιήσεων συναντά τα όριά του στα άρθρα 10 παρ. 2, 14 και 17 της ΕΣΔΑ, στα άρθρα 19 παρ. 2, 3 και 21 του Διεθνούς Συμφώνου του ΟΗΕ για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και στα άρθρα 5 παρ.1, 2, 16 παρ.1 εδάφιο 2 και 25 παρ. 3 του Συντάγματος. Κατά συνέπεια, πρέπει να αποφεύγεται η ποινική απαξίωση εκδηλώσεων, που θεωρούνται εντελώς απρόσφορες να οδηγήσουν στη θυματοποίηση συγκεκριμένης ομάδας ή προσώπου εξαιτίας των φυσικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών τους. Για τούτο, και σε συμφωνία με το πνεύμα της απόφασης – πλαίσιο 2008/913/ΔΕΥ, κρίνεται σκόπιμο να ερευνάται η προσφορότητα κάθε συγκεκριμένης εκδήλωσης να παραγάγει άμεσο και επικείμενο κίνδυνο τόσο συνολικά για την ειρηνική και ομαλή κοινωνική συμβίωση όσο και ειδικότερα για τα δικαιώματα της ομάδας ή του προσώπου κατά των οποίων στρέφεται. […[ Με το άρθρο 1, που αντικαθιστά το άρθρο 1 του ν. 927/1979, ορίζονται οι προϋποθέσεις για την ποινική αξιολόγηση των εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας, όταν στρέφονται όχι μόνο εναντίον ομάδων ή προσώπων, που διακρίνονται εξαιτίας των φυσικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών τους, αλλά και εναντίον των πραγμάτων (κινητών ή ακινήτων), που χρησιμοποιούν αποκλειστικά αυτές οι ομάδες ή πρόσωπα (θρησκευτικά αντικείμενα, εθνικά σύμβολα, οίκοι λατρείας, χώροι διαμονής, εκπαίδευσης, ψυχαγωγίας, κ.λπ.). Δεν αρκεί η απλή αφηρημένη πιθανολόγηση της έκθεσης σε κίνδυνο μιας ομάδας, ενός προσώπου ή πράγματος αλλά απαιτείται να εκτιμάται κάθε φορά η προσφορότητα του συγκεκριμένου κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψιν τόσο τις ειδικότερες συνθήκες και περιστάσεις μέσα στις οποίες εκδηλώνεται η υπό κρίση συμπεριφορά, όσο και την ενδεχόμενη προσβολή των γενικότερων συνθηκών που εξασφαλίζουν την ειρηνική και ομαλή κοινωνική συμβίωση. Κρίνεται σκόπιμο να διατηρηθεί η ήδη προβλεπόμενη στο ν. 927/1979 ποινική απαξία της ομαδικής εκδήλωσης ξενόφοβων και ρατσιστικών συμπεριφορών είτε με τη σύσταση είτε με τη συμμετοχή σε ενώσεις προσώπων οποιασδήποτε μορφής που επιδιώκουν συστηματικά την τέλεση τέτοιων πράξεων.»

Συνεπώς, από την αξιολόγηση των όσων εγώ ανέφερα προφορικώς, ερωτώμενος ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα, είναι προφανές ότι δεν τρέφω μίσος ή μισαλλοδοξία για τους μηνυτές μου. Επικαλούμαι το απόσπασμα των όσων ανέφερα στην επίμαχη τηλεοπτική αναφορά μου, ότι δηλαδή: «όταν ένα αγόρι βγαίνει και λέει «εγώ αρραβωνιάζομαι έναν άνδρα», ….. «δεν ξέρω πως το λέτε εσείς», …. «όμως εμένα δεν με ενδιαφέρει» ….. «στην κρεβατοκάμαρά του μπορεί να κάνει κανείς ότι θέλει….. να το κάνει όμως παράδειγμα για τα παιδιά μου νομίζω ότι υπάρχει θέμα».

Αυτή είναι η διδασκαλία της Αγίας Γραφής και καθώς η Εκκλησία δεν ζει με φαντασιώσεις γήινων παραδείσων, έχει συνείδηση της επώδυνης μεταπτωτικής τάξης, όπου «ο κόσμος όλος εν τω πονήρω κείται» (Α΄Ιωάνν. Ε’ 19).

Δεν απωθεί λοιπόν τις στρεβλώσεις των σχέσεων των φύλων κάτω από το χαλί.

Αλλ’ ούτε τις νομιμοποιεί ως συστατικές καταστάσεις του προσώπου και νιώθει χρέος Της, να κοινωνεί την ελπίδα της σωτηρίας, που μόνο Αυτή, ως ιστορικό σώμα κατέχει.

Για την Εκκλησία το φύλλο των ανθρώπων είναι εκ γενετής δεδομένο και όχι προϊόν «κοινωνικο – πολιτισμικών διαδικασιών ταυτότητας.

Η Γένεση στην Παλαιά Διαθήκη είναι απόλυτη και ως προς την αξία του ανθρώπου, ασχέτως φύλλου, ως εικόνας Θεού, και ως προς την «έμφυλη» ταυτότητα του κάθε προσώπου: «και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον, άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς».

Γνωρίζω ότι υπάρχουν ασφαλώς άλλες απόψεις που απορρίπτουν ως «ανελαστική» αυτή την θέση της Αγίας Γραφής και θεωρούν τα «έμφυλα στερεότυπα», τα οποία ευνοεί ως γενεσιουργά «σεξιστικών» προκαταλήψεων.

Οι αιτιάσεις αυτές, κατά την διδασκαλία της Χριστιανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι αίολες.

Η Πατερική παράδοση είναι πλούσια σε σχετικές αναφορές.

Αυτό είναι το πιστεύω που υπηρετεί και το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα Ελλάδος και φυσικά είναι και η δική μου άποψή και δικαιούμαι να την έχω και να την εκφράζω, ιδίως ως προσωπική και κοινωνική άποψη, για το πως θέλω να αναπτύξουν την οικογενειακή τους ζωή τα παιδιά μου και ποια παραδείγματα θα ήθελα να έχουν ή να μην έχουν ως πρότυπα.

Η ελεύθερη έκφραση των απόψεών μου είναι συνταγματικό μου δικαίωμα και δεν αποτελεί η έκφραση των ιδεών μου και των απόψεών μου αδίκημα.

Άλλωστε δήλωσα ευθέως ότι οι έχοντες άλλες απόψεις, ή άλλες επιλογές «μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν», χωρίς να διατυπώσω κανένα κήρυγμα μίσους και υποκίνησης ή διέγερσης ή πρόσκλησης προς τέλεση πράξεων βίας, κινδύνου ή οποιουδήποτε αδικήματος σε βάρος της ζωής τους, της σωματικής ακεραιότητας ή της ελευθερίας τους.

Άλλωστε αυτό προκύπτει και από τις δηλώσεις μου, που ξεκάθαρα λέω ότι δεν αναφέρομαι στα πρόσωπα αλλά στις απόψεις με τις οποίες διαφωνώ. Συνεπώς, οι εκδηλώσεις μου ήταν παντελώς απρόσφορες να θέσουν σε οιονδήποτε κίνδυνο, πραγματικό ή υποθετικό, τα πρόσωπα που με καταμήνυσαν, τουναντίον δε, η σχετική μηνυτήρια αναφορά προσβάλει κατάφωρα το συνταγματικώς κατοχυρωμένο δικαίωμα της ελευθερίας της εκφράσεως.

Άλλωστε αυτές οι απόψεις επαναλαμβάνω είναι αντίθετες με τον λόγο του Θεού και τα μυστήρια της Χριστιανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Άλλωστε και το τελευταίο διάστημα υπάρχει πλήθος ανακοινώσεων από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος και από την Ιερά Επιστασία του Αγίου Όρους, καθώς και από το σύνολο των Ορθοδόξων Εκκλησιών όλης της Οικουμένης.

Επαναλαμβάνω ούτε είχα, ούτε έχω τέτοια πρόθεση, διότι με διέπουν Χριστιανικές και Δημοκρατικές ιδέες.

Για τους λόγους αυτούς:

Αρνούμαι την σε βάρος μου μηνυτήρια αναφορά και αιτούμαι να απορριφθούν οι εναντίον μου ισχυρισμοί των εγκαλούντων ως αβάσιμοι, ανυπόστατοι και αναπόδεικτοι και για τούτο ζητώ να μην εγκριθεί από την Επιτροπή σας η αίτηση άρσης ασυλίας μου, διότι δεν στοιχειοθετείται από τις απόψεις μου ή υποκειμενική και αντικειμενική υπόσταση κανενός αδικήματος.

Αθήνα 25.10.2016

Ο υποβάλλων το υπόμνημα

 

Νικόλαος Ι. Νικολόπουλος

Ανεξάρτητος Βουλευτής

Πρόεδρος Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος»

Πηγή:



Ακολουθήστε μας σε Google News, Facebook και Instagram και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ γράψτε το σχόλιο σας!
Το όνομα σας ...