Ο Πάνος, ο Πανάνης.Έτσι τον λέγαμε.

Σεπτέμβρης του ”22 ήταν που κυνηγημένος εγκατέλειψε την από τριών χιλιάδων ετών πατρίδα του-τη Μενεμένη της Μικράς Ασίας- όπου τον φώναζαν Γκιαούρ για να έρθει στη μητέρα Ελλάδα που όταν θύμωναν οι ντόπιοι, τον αποκαλούσαν Τουρκόσπορο! Δεκαεξάχρονο προσφυγάκι εγκαταστάθηκε στη Ναύπακτο.

Κατάφερε να γλιτώσει τη σύλληψη και τα Τούρκικα τάγματα εργασίας ( αμελέ ταμπουρού) που έστειλαν εκείνα τα χρόνια, πάνω από 250.000 Έλληνες στο θάνατο, μεταμφιεσμένος και κάνοντας την κουτσή γριά! Πέρασε μέσα από εικόνες που η κόλαση θέλησε να χαρίσει στη γη. Ορφανός από πατέρα, ακολούθησε εθελοντής τον Ελληνικό Στρατό ως το Σαγγάριο όπου χάθηκε. Όπως χάθηκε και το όνειρο του Μικρασιατικού Ελληνισμού, παίρνοντας μαζί του και την ελπίδα.

Ήταν ψηλός, ωραίος άνδρας ο Πάνος. Δούλευε περιστασιακά στο λιμάνι φορτοεκφορτωτής και στο ξεψάρισμα. Έμενε στο συνοικισμό των Προσφυγικών με τις δυο του αδερφές την Τασία και τη Διαμαντούλα. Θεοσεβούμενες, ανύπαντρες. Δούλευαν σε πλουσιόσπιτα για να κερδίζουν τα απαραίτητα. Η Διαμαντούλα βοηθούσε και στη Μητρόπολη. Σα να τη βλέπω. Σε μεγάλη ηλικία πια, καθισμένη σε μια καρέκλα στην αυλή, μπρος στο σπίτι της. Κάποιο πρόβλημα που είχε στα μάτια της, την έκανε να έχει πάντα στην τσέπη της τσίτινης ρόμπας της, ένα κολλύριο και ζητούσε από όποιον περνούσε να της στάξει σταγόνες. . Ήρεμη, όπως οι άνθρωποι που έχουν επιβιώσει από μεγάλες φουρτούνες!…….

Τέλος της δεκαετίας του 1950.Εμείς, ό,τι και να πεις, ήμασταν παλιόπαιδα. Τα μεγαλύτερα μπροστά και τα μικρότερα ακολουθούσαμε κατά πόδας! Σφηκοφωλιά και βάλε…Σαν σε άτυπη συμφωνία, του στήναμε καρτέρι κάθε απομεσήμερο, στη συμβολή της Βαρδακουλά με την Τολμίδου (στενό, φωτογραφείο Κουρμούση). Ήταν η δεύτερη πρόσβαση προς τα Προσφυγικά, η άλλη ήταν δυτικά από το σπίτι του ευεργέτη μας Δημητρίου Παπαχαραλάμπους.Πως είναι εκείνα τα ρολόγια του τοίχου με τον κούκο;Έτσι και’ μείς. Κεφαλάκια, μεγάλα και μικρότερα, κρυμμένα σε γωνίες, μισάνοιχτες πόρτες και κουφωμένα παραθυρόφυλλα.Τα’ πινε ο δόλιος ο Πάνος! Η ανείπωτη φρίκη σημαδεύει τον άνθρωπο…

Μπορεί έτσι να προσπαθούσε να ξεφύγει από τα βαριά του σεκλέτια, τους καημούς, τα βάσανά του και τ ‘άδικο! Τρικλίζοντας, ανέβαινε το σοκάκι για τα Προσφυγικά. Βάσταγε αγκαλιά μια άδεια μπουκάλα, πασχίζοντας ίσως, να κρατήσει ζωντανό το γλυκό φευγιό της μέθης. Άμα ο πόνος ξεπεράσει τον κανόνα, πέφτει στην αδυναμία και η αδυναμία δέχεται ραπίσματα. Σκληροί οι κρατούντες του λιμανιού, τον ποτίζανε για να σπάνε πλάκα! Με το δεύτερο ποτηράκι, <<έφευγε>>.Τον περιμέναμε να του τραγουδήσουμε το ιταλικής προελεύσεως άσμα <<Ντο Ρε Μι μπανάνα>> και μετά εν χορώ, <<Πάνοοοοο, κάνε τακουνάκι>>. Φράση που τον τρέλαινε.

Ίσως να του θύμιζε την <<κουτσή γριά>>.Που να ξέραμε, που να καταλαβαίναμε τότε… Άναβε το αντρικό του αίμα, τον έζευε η οργή και τον έσερνε απ’ το καπίστρι. Εμείς αυτό επιδιώκαμε! Διπλωνόταν στα δυο, άρπαζε από τον χωματόδρομο, πέτρες, χαλίκια, άμμο και προσπαθώντας να ισορροπήσει, τα εκσφενδόνιζε προς όλες τις κατευθύνσεις απ’ όπου έρχονταν οι φωνές. Μαζί εκσφενδόνιζε και βρισιές, για μας, τη μάνα μας και για όλο μας το σόι.. Κατέβαζε όλο το γνωστό εορτολόγιο αλλά και κάτι δικούς του Αγίους- έτσι νομίζαμε- γιατί μας ήταν άγνωστοι! Εμείς γελούσαμε, γελούσαμε…Μαζεύαμε μέσα τα κεφάλια μας και τρέχαμε να κρυφτούμε. Τα μεγάλα παιδιά γίνονταν μπουχός, τα μικρότερα μας άρπαζαν οι μανάδες μας απ΄ το αυτί, το τσουλούφι ή ό,τι βρίσκανε πρόχειρο, να μας μαλώσουν, να μας ορμηνέψουν και να εισπράξουν μαζί με τη μετάνοιά μας, την υπόσχεση πως δε θα το ξανακάνουμε.

Εις μάτην … Την άλλη μέρα, άντε το πολύ την παράλλη, τα ίδια θα κάναμε! Εκείνος σαν ήταν ξεμέθυστος, περνούσε αμίλητος με το κεφάλι σκυμμένο. Μπορεί να θυμόταν και να ντρεπόταν για όσα είχαν προηγηθεί…Α ρε Πάνο…Τώρα που το μυαλό έπηξε σκέφτομαι τα περασμένα και λέω. Πόσο πολύ θα ‘θελα τότε, να με είχες γραπώσει και να μου αστράψεις δυο χαστούκια ξεγυρισμένα, σε μένα και στην υπόλοιπη πιτσιρικαρία, να δούμε τον ουρανό σφοντύλι και να συμμαζευτούμε…Μπορεί, έτσι να σου ξεπλέρωνα κάτι λίγες συγνώμες από τις πολλές που σου χρωστώ!

Αλλά βλέπεις, εγώ ήμουν παιδί και είχα φτερά στα πόδια… Ενώ εσύ, όδευες προς την έξοδο, παραπατώντας…



Ακολουθήστε μας σε Google News, Facebook και Instagram και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ γράψτε το σχόλιο σας!
Το όνομα σας ...