Της Μάρθας Ασημακοπούλου
Ο Άγιος Νικόλαος, κατ’εξοχήν<< προστάτης και φύλαξ>> των ναυτικών. <<Άι-Νικόλα βόηθα με>>, φράση στο στόμα κάθε θαλασσοδαρμένου σε δύσκολες στιγμές.Πολλές οι εκκλησίες δίπλα στο κύμα, αφιερωμένες στ’όνομά του.

Αλλά προστάτης και αρωγός φτωχών, δυστυχισμένων, ασθενών, αδικημένων και πεινασμένων. Γι’ αυτό και ναοί με το όνομα του Αγίου σε ορεινά, που οι κάτοικοί τους μπορεί και να μην είχαν δει ποτέ τους θάλασσα. Ο Άγιος Νικόλαος Βομβοκούς, έβλεπε θάλασσα, χτισμένος κατάκορφα στη Ρούγα, εκεί που παλιά ήταν και το χωριό.
Η πρώτη καμπάνα για τη Χριστουγεννιάτικη λειτουργία, θα βάραγε στις πέντε το πρωί.

Ο Νίκος ο επίτροπος, που είχε και μια ερωτική σχέση με το κρασί, έπρεπε να είναι εκεί στην ώρα του. Για να μην περπατήσει απ’ τη Σκανταλόλακκα- αρκετά μακριά- μέσα στο θεοσκόταδο και το κρύο, αποφάσισε να πάρει τον ανήφορο αποβραδίς.Τυλίχτηκε στο πανωφόρι του και έπεσε να πλαγιάσει στο πάτωμα του γυναικωνίτη.
Νωρίς το πρωί, ξεκίνησε για την εκκλησία και ο σεμνός παπάς με το παπαδοπαίδι και τον ψάλτη του.Τους συντρόφευαν στην πορεία τους τα νυχτοπούλια και ο παγωμένος αέρας που κατέβαινε απ’ το Ριγάνι, σφυρίζοντας ανάμεσα στα γυμνά δένδρα και στα δένδρα με φύλλα.

Είχε φεγγάρι, μα κρυβόταν πίσω απ’ τα σύννεφα δυσκολεύοντας το δρόμο τους. Βοηθούσε το φιτιλοτσάκμακο του ψάλτη και λιγάκι ο φακός του νεαρού με την<< ξελιγωμένη>> στήλη.
Μπροστά στον Ναό, ήταν το <<τέρμα>> πολλών χωριανών. Όλα στάσιμα εδώ, βασίλευε απόλυτη μακαριότητα! Τι λεβεντιές καμαρωτές που θα’ταν κάποτε όλοι ετούτου… Για τους περισσότερους εδώ πέρα μέσα, μεσολαβούσε για τη σωτηρία των ψυχών τους με τα τρισάγια και τη μνημόνευση των ονομάτων τους. Αλλά ο τόπος έσκιαζε <<Θέλεις να έχει μείνει κάποιος παραπονούμενος και να παρουσιαστεί μπροστά μας αξημέρωτα>> σκέφτηκε ο παπάς και σταυροκοπήθηκε.
Με τον οφειλόμενο σεβασμό έσπρωξε την πόρτα και μπήκε στην εκκλησία. Ο παπάς, με το πηγαίο χιούμορ που τον διέκρινε, για να σπάσει τη σιωπή, ίσως και να ξορκίσει το δέος που του προκαλούσε η εκκλησιαστική φράση <<Ως φοβερός ούτος ο τόπος εστί>>, απευθυνόμενος στον Άγιο λεει.
-Τι έγινει απόψει μπαρπα- Νίκου, πως τα πέρασεις;
Ακούει πάνω απ’ το κεφάλι του, φωνή βαρία, απόκοσμη να του απαντά.
– Άστα, πως να τα πιράσου παπούλη μ’. Ξύλιασα! Έκανει ψουφόκρυου απόψι.
Μπράφ ο παπάς, αλαφιασμένος και σκιασμένος, πετάγεται έξω απ’ την εκκλησία με τα μαλλιά της κεφαλής του να βαράνε προσοχή! Τρέμοντας λέει στον ψάλτη που είχε μείνει παρά πίσω να χτυπήσει την καμπάνα.
-Μό κρινε ου Άγιους…
-Παλάβουσεις μωρέ παπά, τι λές;
-Άμα σ’ λέου, μό κρινε ου… μό κρινε ου… Άγιους! Θάμα, Θάμα!
Συνάμα, αγουροξυπνημένος και ανυποψίαστος, βγαίνει στο προαύλιο ο επίτροπος Νίκος. Τους καλημερίζει και τους χρονοπολλεί. Έτσι ξεδιαλύθηκε το μυστήριο και δώθηκε εξήγηση στο θαύμα! Είδαν κι έπαθαν όμως να συνεφέρουν τον παπά και να τον ξαναβάλουν μέσα στην εκκλησία. Κόντεψε ν’ αφήσει αλειτούργητο το χωριό, μέρα που ήταν.
Πατριώτες, Καλά Χριστούγεννα- Χρόνια Πολλά και <<Επί γης Ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία…>>



Ακολουθήστε μας σε Google News, Facebook και Instagram και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ γράψτε το σχόλιο σας!
Το όνομα σας ...